Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

Το τέλος της ψυχοθεραπευτικής σχέσης



Η ψυχοθεραπεία για κάποιες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις έχει ως στόχο την επίλυση προβλημάτων, πχ κρίσεις πανικού, κ.α.. Για άλλες προσεγγίσεις, ο στόχος δεν είναι η επίλυση, αλλά η διαδικασία μέσα από την οποία φωτίζονται νέοι δρόμοι που καθιστούν το άτομο πιο ελεύθερο, πιο λειτουργικό, πιο (ψυχικά) ανθεκτικό.
Για πολλούς ψυχοθεραπευτές αλλά και θεραπευόμενους, το τέλος της ψυχοθεραπευτικής σχέσης έρχεται είτε όταν ολοκληρώνεται ο προκαθορισμένος αριθμός συνεδριών (πχ σε βραχυπρόθεσμες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις), είτε όταν προκύπτει μια σημαντική θεραπευτική αλλαγή / προσωπική εξέλιξη στον θεραπευόμενο.

Ερώτημα:
Ποιο είναι για εσάς το σημείο εκείνο που σηματοδοτεί το τέλος της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας; Γράψτε λίγα λόγια γι’ αυτό, με βάση την συστημική προσέγγιση.
Το τέλος της ψυχοθεραπείας συνίσταται στους σκοπούς της.
Η ψυχοθεραπεία είναι ο ενδελεχής συνοδοιπόρος στο ταξίδι της αυτοπραγμάτωσης, επιχειρεί επομένως να δημιουργήσει στον θεραπευόμενο τις προϋποθέσεις να ενεργοποιηθεί η αυτοποιητική του δυναμική. Μαθαίνει δηλαδή να προσανατολίζεται στη ζωή και να συνθέτει δημιουργικά τις εσωτερικές του πλευρές προς μια ζωή με νόημα. Η αυτοποίηση του εαυτού και του κόσμου ως ατομική δημιουργία, αυτό είναι η ψυχοθεραπεία. Όταν ο άνθρωπος γεννά αυτό που επιλέγει να είναι κάθε φορά, μέσα στα όρια που θέτει η αλληλοσυσχέτιση και αλληλεξάρτηση με το φυσικό, κοινωνικό, ιστορικό του πλαίσιο. Με αυτή την έννοια ο καθένας ορίζει την αρχή και το τέλος της ψυχοθεραπευτικής διεργασίας ως ένα κομμάτι στο συνεχές της ζωής του. Όπως όλα τα ταξίδια λοιπόν, έτσι και το ταξίδι της ψυχοθεραπείας έχει τέλος, έχει δηλαδή ένα σκοπό. Είναι επομένως ανοιχτό και διαφορετικό για κάθε θεραπευόμενο, όπως ανοιχτή, απρόβλεπτη και διαφορετική είναι και η θεραπευτική του διαδρομή. Η ψυχοθεραπεία, ως συνάντηση υποκειμένων, ενέχει μια τελεολογική άποψη για τη ζωή και τον άνθρωπο. Το τέλος της προσδιορίζεται από τους επιδιωκόμενους σκοπούς της και καθοδηγείται από την ανάγκη και την επιθυμία για τη γνώση των μέσων και των τρόπων που οδηγούν σε αυτούς.
Η ψυχοθεραπεία αντανακλάται επίσης σε ένα ανταποδοτικό τέλος, προσδοκά δηλαδή ψυχικά οφέλη. Είναι ως εκ τούτου προσανατολισμένη στο μέλλον και τοποθετεί τα αίτια των πράξεων σε αυτό, υπό την έννοια πως αυτές καθορίζονται από το σκοπό τους κι ο σκοπός βρίσκεται στο μέλλον.

Υποερωτήματα:
1. Τελικά, το ερώτημα «τι είναι θεραπεία», απαντά στο πότε έρχεται το τέλος της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας ή όχι;
Για παράδειγμα, όταν το αρχικό αίτημα για θεραπεία είναι οι κρίσεις πανικού, τι θεωρούμε θεραπεία: την εξάλειψη των κρίσεων πανικού; την μείωση των επεισοδίων; την διατήρηση των επεισοδίων πανικού, όπου όμως ο θεραπευόμενος έχει αρχίσει να τα αποδέχεται και να αισθάνεται πιο ικανός να τα διαχειριστεί; Ή θεραπεία είναι κάτι που υπερβαίνει το σύμπτωμα κι αν ναι τι σημαίνει αυτό, ποιες είναι οι διαδρομές της θεραπείας;

Είναι δύσκολο να εγκλωβίσουμε σε λέξεις την έννοια της «θεραπείας», παρά ταύτα θα μπορούσαμε να την ορίσουμε ως τη διαλογική (δια-του-λόγου / δια-του-άλλου) μακροχρόνια συνήθως διεργασία προσωπικής  αυτογνωσίας και αλλαγής που συντελείται στο τοπίο της ψυχοθεραπευτικής συνάντησης σε ατομικό, οικογενειακό ή ομαδικό επίπεδο. Το νόημα της θεραπείας δηλαδή κατευθύνεται στο σκοπό της αλλαγής του ανθρώπου.
Ως συστημικός ψυχοθεραπευτής μπορώ να σας μεταφέρω τη σημαντικότητα της κατανόησης του νοήματος, ως μέσο συγκατασκευής αφενός της πραγματικότητας και αφετέρου της υποκειμενικότητας και στην τομή αυτών και της θεραπευτικής σχέσης, με την έννοια πως το χτίσιμο αυτής δομείται πάνω σε ένα σκοπό, σε ένα νοηματικό πλαίσιο αναφοράς το οποίο είναι σε διαρκή αλληλεπίδραση, αλληλοσυσχέτιση και αλληλεξάρτηση του θεραπευτή με τον θεραπευόμενο.
Σαφώς η θεραπευτική διαδικασία εκφράζεται μέσα από κάποιες συνήθεις «μορφές» που έχουμε διαθέσιμες, οι οποίες αλλάζουν από πολιτισμό σε πολιτισμό, από χώρα σε χώρα, από προσέγγιση σε προσέγγιση, από θεραπευτή σε θεραπευτή. Η θεραπευτική διαδικασία και οι έννοιες του θεραπευόμενου και του θεραπευτή είναι πολιτισμικές κατασκευές, νοηματοδοτούνται δηλαδή από το κοινωνικοιστορικό πλαίσιο στο οποίο ανήκουν.
Βλέπετε σε μια κουβέντα για τη θεραπευτική πρακτική ξεκινώ με το σκοπό, την αποστολή, το νόημα της θεραπευτικής διαδικασίας. Και αυτό γιατί; Σύμφωνα με την Κατάκη τα συστήματα, σαν κι αυτό που προκύπτει από την θεραπευτική συνάντηση, οργανώνονται ακολουθώντας ένα Γνωστικό Σύστημα Αυτοαναφοράς. Στο ανώτερο σημείο του ΓΣΑ υπάρχει ο σκοπός για τη δημιουργία του συστήματος, ενώ ακολουθούν σε ιεραρχία οι αξίες και οι ρόλοι που ορίζει για τα μέλη του. Στο κατώτερο επίπεδο της πυραμίδας βρίσκονται οι αντιλήψεις για τις καθημερινές συμπεριφορές, με άλλα λόγια οι συμπεριφορές έπονται. Και το καταδεικνύω αυτό ευθείς εξαρχής δεδομένου πως συνήθως προσπαθούμε να «θεραπεύσουμε» στοχεύοντας απευθείας στη συμπεριφορά των θεραπευομένων. Η συμπεριφορά όμως απορρέει από ένα σύστημα ρόλων το οποίο με τη σειρά του υφαίνεται σε ένα πλαίσιο αξιών και αρχών, η σύνθεση των οποίων οριοθετεί το σκοπό ύπαρξης (το νόημα) ενός συστήματος. Η συμπεριφορά στοιχειοθετεί ένα σύμπλεγμα συμπτωμάτων με τα οποία ο θεραπευόμενος προσπαθεί να βρει λύσει στα αδιέξοδα του, όπως είναι και το προαναφερόμενο σύμπτωμα των κρίσεων πανικού. Η «συμπτωματική» συμπεριφορά θα τον φέρει συνήθως στο κατώφλι της ψυχοθεραπείας δημιουργώντας ασυνείδητα την αρχή μιας παράδοξης λύσης. Παράδοξη γιατί τα συμπτώματα που τον ταλαιπωρούν μπορούν να φωτίσουν το δρόμο για τις εσωτερικές αναζητήσεις, συνδέσεις και μετακινήσεις. Το σύμπτωμα με άλλα λόγια μπορεί να λειτουργήσει ως ο καταλύτης των αδιεξόδων, τι στιγμή μάλιστα που τόσο ο θεραπευόμενος, όσο και η οικογένειά του φορτώνουν σε αυτό τα αίτια των δυσλειτουργιών του. Θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε τα συμπτώματα με ένα ταχυδρόμο, ο οποίος μας φέρνει ένα μήνυμα. Αν εμείς επιθυμούμε να «εξοντώσουμε» τον ταχυδρόμο χάνουμε μια ευκαιρία να ακούσουμε τι μας κομίζει. Το μήνυμα του έχει βέβαια μια «ονειρική» μορφή, χρειάζεται δηλαδή αποσυμβολοποίηση, να το δούμε κάτω από τις μεταμφιέσεις του, μπορεί να είναι ντυμένο ως κρίση πανικού, κρίση άγχους, σωματικό σύμπτωμα, κ.ο.κ. Το αρχικό σύμπτωμα επομένως θα μας υποδείξει τους υποδυόμενους ρόλους, οι οποίοι  υφαίνονται από το αξιακό σύστημα το οποίο με τη σειρά του υπηρετεί και νοηματοδοτεί το σκοπό του υποκειμένου. Μέσα από αυτή την αλληλουχία θα επιχειρήσει ο θεραπευόμενος τις εσωτερικές του καταδύσεις, την επούλωση των εσωτερικών του ρωγμών και την μεταφύτευση σε αυτές νέων μοτίβων συμπεριφοράς.
Η ψυχοθεραπευτική συνάντηση δημιουργεί ένα συγκινησιακό κλίμα με ένα κυρίαρχο στόχο την αλλαγή του θεραπευόμενου. Ο θεραπευτής δεν συνιστά ένα πρόσωπο ηγετικό, μια αυθεντία απόμακρη, ούτε όμως ένα ισοδύναμο συνομιλητή, δεν είναι δηλαδή αυθεντία αλλά αυθεντικός. Ο θεραπευτής είναι δάσκαλος κι όπως κάθε δάσκαλος καλείται να μάθει στο μαθητή του και μέσα από αυτή τη διαδικασία να γίνεται κι εκείνος καλύτερος. Είναι ένας δάσκαλος χορού, του χορού της θεραπείας. Η γνήσια στόφα και η αυθεντικότητα του επιτρέπουν να συνεξελίσσεται δημιουργικά με τον θεραπευόμενο και ναι αυτή είναι η μεγαλύτερη ευλογία αυτού του επαγγέλματος, να μαθαίνεις τον εαυτό σου λειτουργώντας υποστηρικτικά στους άλλους. Και να μαθαίνεις τον εαυτό σου είναι μια συνεχής διεργασία συνυφασμένη με την ίδια τη ζωή, ως εκ τούτου η συνεξέλιξη είναι το αμοιβαίο συμβόλαιο της θεραπευτικής σχέσης.
Στο ερώτημα λοιπόν αν τελειώνει η ψυχοθεραπεία θα σας έλεγα με ευθύτητα πως όχι, με την έννοια ότι οποιασδήποτε μορφής ψυχοθεραπεία σε φέρνει σε επαφή με την εσωτερική σου πραγματικότητα. Σε συμπυκνωμένο χρόνο η ψυχοθεραπευτική διαδικασία σου καθρεφτίζει καταστάσεις, σε διευκολύνει να δεις υπόγειες, κρυμμένες τραυματικές εμπειρίες και σου δίνει την ευχέρεια και τη δυνατότητα, δυναμώνοντας το εγώ, να κάνεις τις απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις. Η ψυχοθεραπεία είναι μια αναστοχαστική πράξη, μια συμβολική γλώσσα, μια γλώσσα του εαυτού μας, την οποία κανείς χρησιμοποιεί όταν την έχει ανάγκη. Είναι επίσης μια κατεύθυνση, δεν σημαίνει ότι αργότερα στη ζωή σου δεν θα υπάρξουν πάλι γεγονότα που θα χρειαστεί να χρησιμοποιήσεις αυτή τη γλώσσα (που θυμίζω σε φέρνει σε επαφή με το ασυνείδητο, δηλαδή τα θέλω και τον εσωτερικό σου εαυτό). Και παρά το γεγονός ότι πολύ λένε πως αφού έκανα αυτά τα χρόνια είμαι εντάξει, νομίζω πως τη χρήση αυτής της γλώσσας την έχουμε πάντα ανάγκη, μέχρι να τελειώσει η διαδρομή της ζωής μας. Δεν τελειώνει επομένως η θεραπεία, τελειώνει το συμπυκνωμένο χρονικό διάστημα για να μάθεις να χειρίζεσαι, να διαχειρίζεσαι, αλλά και να συναισθάνεσαι, να κατανοείς δηλαδή συναισθηματικά, τις πτυχές του εαυτού σου, αυτό το στόχο έχει η θεραπεία.
Η ψυχοθεραπεία δεν έχει στεγανά, είναι ένας εξελισσόμενος χώρος, γιατί δεν έχει ένα απτό υλικό που θα προσδιορίσει με την αντικειμενικότητα των θετικών επιστημών ένα επιστημονικό πεδίο συμπαγές, το οποίο με τη σειρά του θα καθορίσει ένα συμπαγές ψυχοθεραπευτικό παράδειγμα ή υπόδειγμα, ένα manual. Σαν να ξεκινάς μια ψυχοθεραπευτική διαδικασία με έναν θεραπευόμενο και να πρέπει να προσδιορίσεις από την αρχή τι εσωτερικά ταξίδια ή και τι φουρτούνες πιθανότατα θα έρθουν στην επιφάνεια. Όταν ξεκινά η θεραπεία δεν ξέρουμε ποια τραύματα έχει ο θεραπευόμενος ή αν έχει, ούτε το αίτημα του είναι αυτό καθαυτό αληθινό (αυτό με το οποίο έρχονται). Η αλήθεια του συμπτώματος είναι κρυμμένη στους συμβολισμούς του, με την έννοια πως τα αιτήματα που έρχονται στο πλαίσιο της θεραπείας δεν είναι πάντοτε τα πραγματικά, άλλο το αίτημα κι άλλο αυτό που θα βγει στη θεραπευτική πορεία. Είναι ένα ταξίδι που η εμπειρία δεν είναι ίδια για όλους, είναι μοναδική για τον καθένα, και αυτά που χρειάζονται είναι θεραπευτική συμμαχία, και στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία παίζει ρόλο η προσωπικότητα του θεραπευτή, το πόσες αντιστάσεις έχει ο θεραπευόμενος, κλπ. Αυτό σημαίνει πως η θεραπευτική σχέση ορίζεται από την ψυχική συνάντηση κι όχι από τη δυναμική του συμπτώματος. Το σύμπτωμα κατηγοριοποιεί και εξειδικεύει την παρέμβαση, ενώ η σχέση εντάσσει, βαθαίνει και διευρύνει τη θεραπευτική διαδρομή.

Όπως λέει μια θεραπευομένη μου «η ψυχοθεραπευτική διαδικασία σε οδηγεί κάθε φορά να ανακαλύπτεις μια νέα πλευρά του εαυτού σου, καθώς και να αντιμετωπίζεις κάποιες επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές». Στο ερώτημα που τίθεται τι είναι θεραπεία θα έλεγα πως είναι να πονάς λιγότερο για τα τραύματά σου και περισσότερο για τις αλλαγές σου. Όταν η ψυχή δεν πονά, παρά μόνο για να αλλάξει,  (η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει), όταν δεν σε ματαιώνουν οι αδυναμίες σου, αλλά γίνονται ο δρόμος της αλλαγής, όταν γνωρίζεις καλύτερα τον εαυτό σου και τον βελτιώνεις για να είσαι ο ίδιος πάνω από όλα καλά, όταν πραγματώνεις τις επιθυμίες σου. Όταν γνωρίζεις τον εαυτό σου, η ψυχοθεραπευτική διαδικασία σε οδηγεί να εξελιχθείς στην καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου. Σαν να λέμε πως ενώ η ψυχοθεραπευτική διαδικασία έχει το συμβολικό της τέλος, η «θεραπεία» συνεχίζει νομοτελειακά για όλη μας τη ζωή. Κι αυτό το τέλος το ορίζει η δέσμευση για αλλαγή, όταν μάθεις τον συμβολικό χορό της ενηλικίωσης.


2. Υπάρχει επικοινωνία με τον θεραπευόμενο, μετά το κλείσιμο της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας;
Η ψυχοθεραπευτική σχέση δεν είναι εργαλειακή, είναι βαθύτατα ανθρώπινη και ουσιαστική. Στηρίζεται στην εμπιστοσύνη και τη δέσμευση για αλλαγή και σου μαθαίνει να κινείσαι αυτόνομα στο πεδίο της συντροφικότητας και του αποχωρισμού. Στη σχέση αυτή μαθαίνεις να σχετίζεσαι, αλλά και να αποχωρίζεσαι τον άλλο σαν έρθει η ώρα να του επιτρέψεις το δικό του μεγάλωμα. Τότε που η σχέση δεν παύει μα παίρνει μια άλλη μορφή.


Δρ Γιώργος Γιαννούσης Ψυχοθεραπευτής, Οικογενειακός θεραπευτής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου