Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2013

Οι μεταμορφώσεις της ελληνικής οικογένειας


Η ελληνική κοινωνία είναι δημιούργημα ιδιόμορφων ιστορικο-πολιτικών και οικονομικών συνθηκών, που χαρακτηρίζουν την πορεία της από την συγκρότηση του ελληνικού κράτους και επηρέασαν και την διαμόρφωση των οικογενειακών δομών. Η σημαντική καπιταλιστική υστέρηση της χώρας μας είχε ως αποτέλεσμα η φυσιογνωμία της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας να παραμείνει αναλλοίωτη ως τα μέσα του 20ου αιώνα, όπου και συντελούνται σημαντικές μεταβολές. Είναι η εποχή όπου παρατηρείτε έντονη εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση, αστυφιλία, εισαγωγή νέων θέσεων εργασίας, εργασία έξω από το σπίτι, εργασία των γυναικών κα. Φυσικό είναι, λοιπόν, οι νέες κοινωικοοικονομικές συνθήκες να επηρεάσουν και τις διαπροσωπικές σχέσεις, τους τρόπους συναλλαγής των μελών της οικογένειας και την δομή της ελληνικής οικογένειας. Έτσι η οικογένεια από εκτεταμένη αγροτική μετατρέπεται σε αστεακή πυρηνική οικογένεια.
Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε πως στην σύγχρονη ελληνική οικογένεια: το σχήμα της αγροτικής εκτεταμένης οικογένειας εκλείπει σταδιακά και με ταχείς ρυθμούς, λόγω της αναδιάρθρωσης της απασχόλησης με την μείωση της παραδοσιακής μορφής της οικογενειακής γεωργικής απασχόλησης και της παράλληλης αύξησης της απασχόλησης στον δευτερογενή και τριτογενή τομέας της παραγωγής. Δηλαδή κατά τα φαινόμενα η οικογένεια γίνεται πυρηνική. Και λέω κατά τα φαινόμενα γιατί, σύμφωνα με διάφορες έρευνες αλλά και την εμπειρική παρατήρηση, βλέπουμε πως στα μεγάλα αστικά κέντρα δεν έχει εκλείψει το σχήμα της εκτεταμένης οικογένειας. Λαμβάνοντας υπόψη τις αξίες, την ποιότητα των  προσωπικών επαφών και σχέσεων και την γεωγραφική εγγύτητα που χαρακτηρίζουν τα μέλη της ελληνικής οικογένειας είναι σαφές πως αυτός ο θεσμός καταφέρνει να διατηρεί τη φυσιογνωμία της εκτεταμένης οικογένειας, σε ένα έντονα αστικό περιβάλλον. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το φαινόμενο της αντιπαροχής όπου η οικογένεια κατοικεί σε διαμερίσματα που τις χωρίζει ένας όροφος, τα τάπερ που καταφέρνουν ν ενώσουν την ελληνική οικογένεια και ειδικά την μάνα με το γιο όπου αυτός και αν βρίσκεται κ.α.
Επίσης, σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον που δεν αφήνει αλώβητες ούτε τις οικογενειακές αξίες, χαρακτηριστικό είναι πως οι σημερινοί νέοι δεν απορρίπτουν συλλήβδην τις παραδοσιακές οικογενειακές αξίες, παρά μόνο όσες σχετίζονται με την αυταρχικότητα του πατέρα και την υποταγή της μητέρας. Ο ρόλος του άντρα και της γυναίκας, καθώς και η μεταξύ τους σχέση είναι σήμερα υπό διαπραγμάτευση, χωρίς ωστόσο να έχουν οριστεί σαφώς διαμορφωμένες θέσεις τόσο στην καθημερινή πρακτική όσο και στην επιστήμη. Δηλαδή, ο άντρας και η γυναίκα έχουν χάσει λίγο το μπούσουλα. Παλιά αν ρώταγες δέκα άντρες, τι είναι άντρας λάμβανες μια στερεότυπη απάντηση … ο κουβαλητής. Σήμερα αν ρωτήσεις δέκα άντρες θα λάβεις δέκα διαφορετικές απαντήσεις. Και οι δέκα αντίστοιχα διαφορετικές απαντήσεις των γυναικών θα διαφέρουν ελάχιστα από αυτές των αντρών.

Παρά τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί, στη δομή και τη μορφή της οικογένειας δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η οικογένεια παραμένει το βασικό κύτταρο της κοινωνίας και ότι συνεχίζει να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη ζωή του ανθρώπου. Το ερώτημα που τίθεται όμως επιτακτικά και με έντονο προβληματισμό από όλους είναι ποια η λειτουργική μορφή της οικογένειας – στις μέρες μας και πως αυτή θα εξελιχθεί στο μέλλον. Και μπαίνει επιτακτικά το ερώτημα παρότι η κοινωνία μας αναφέρεται, ακόμη, στα φαινόμενα που αφορούν την οικογένεια σαν αυτά να είναι σταθερά, αναλλοίωτα και πανανθρώπινα. Και δεν είναι βέβαια πλέον. Μπροστά στα μάτια μας παρακολουθούμε να γίνονται ραγδαίες αλλαγές στην δομή και μορφή της οικογένειας στον δυτικό κόσμο.

Μέσα σε αυτό τον κυκεώνα αυτών των ραγδαίων αλλαγών, οι διαπροσωπικές και οι ενδοπροσωπικές συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες. Οι εσωτερικές αντιφάσεις διοχετεύονται στην συναλλαγή μας με τους άλλους και δημιουργούνται εμπλοκές στην επικοινωνία μας.
Ερωτήματα που άλλωτε είχανε δεδομένες απαντήσεις, στροβιλόζονται τώρα στο μυαλό μας και ψάχνουν απαντήσεις : Ποιοι είμαστε, γιατί αποτελούμε οικογένεια, τι μας κρατάει μαζί, τι ρόλο έχει ο καθένας μας, πως πρέπει να συμπεριφερόμαστε, πως θα μεγαλώσουμε τα παιδιά μας.
Υπάρχουν σύμφωνα με την Κατάκη (Κατάκη, 2012) κάποιοι κώδικες που μπορούν να μας βοηθήσουν να απαντήσουμε τα παραπάνω ερωτήματα. Είναι οι κώδικες που διέπουν την συμβίωση των μελών της οικογένειας, δηλαδή :
  1. ο σκοπός για τη δημιουργία οικογένειας : γιατί δηλαδή παντρευόμαστε και γιατί φτιάχνουμε οικογένειες.
  2. οι οικογενειακές αξίες : τι μας κρατάει μαζί, ποια είναι δηλαδή τα βασικά πρέπει που αφορούν τη συμβίωσή μας.
  3. οι οικογενειακοί ρόλοι : ποια η θέση του καθενός μας, ποια τα καθήκοντα, ποια τα δικαιώματά μας, και τέλος,
  4. οι επιμέρους κανόνες συμπεριφοράς : πως δηλαδή συναλλασσόμαστε, π.χ. πως συζητάμε, πως τρώμε, πως διασκεδάζουμε μαζί.
Αυτοί οι τέσσερις κώδικες αν και είναι αλληλένδετοι είναι ιεραρχημένοι. Δεν έχουν δηλαδή όλοι το ίδιο βάρος και για αυτό τις ίδιες συνέπειες και επιπτώσεις για την λειτουργία ή την δυσλειτουργία της οικογένειας.

Στην ανώτερη βαθμίδα της πυραμίδας βρίσκεται η γνωστική κατηγορία που εκφράζει το σκοπό της οικογένειας (γιατί είμαστε μαζί). Από αυτήν απορρέουν οι βασικές αξίες (τι μας κρατά μαζί), π.χ. η αλληλεξάρτηση. Από τις αξίες απορρέουν οι ορισμοί των ρόλων για τα μέλη της (ποια η θέση του καθενός μας). Από τους βασικούς αυτούς κώδικες (σκοπούς, αξίες και ρόλους) προκύπτουν οι κανόνες συμπεριφοράς που αφορούν επί μέρους δραστηριότητες και καταστάσεις (πως πρέπει να συμπεριφερόμαστε).
Αν δούμε αυτές τις θεωρητικές ιδέες σε σχέση με τις εξελισσόμενες μορφές οικογένειας, παρατηρούμε τα εξής : Στην παραδοσιακή κοινωνία, της οποίας η οικογένεια αποτελούσε το βασικό οικονομικό κύτταρο, ο σκοπός για την ύπαρξη ήταν η οικονομική και βιολογική επιβίωση της ευρείας οικογένειας. Στην επόμενη φάση, τη βιομηχανική εποχή, ο σκοπός της οικογένειας, λόγου της αλλαγής του τρόπου παραγωγής των αγαθών, περιορίζεται στη βιολογική και οικονομική επιβίωση, όχι πλέον της ευρείας οικογένειας αλλά της πυρηνικής. Η δομή δηλαδή της οικογένειας άλλαξε. Για τον άνθρωπο της βιομηχανικής εποχής, η οικογένεια είναι οι γονείς και τα παιδιά τους. Η ύπαρξη της οικογένειας στην βιομηχανική εποχή ταυτίζεται δηλαδή με την ύπαρξη των παιδιών και ο σκοπός της οικογένειας γίνεται το μέλλον του παιδιού. Η έννοια της οικογένειας ταυτίζεται με τον παιδοκεντρικό της ρόλο. Η οικογένεια θα μεγαλώσει τα παιδιά της και θα τα παραδώσει στην παραγωγή. Στην οικογένεια που βασίζεται σ’ αυτή την αντίληψη, δύο άνθρωποι παντρεύονται για να βοηθήσουν στην επίτευξη των στόχων ενός τρίτου.

Ας δούμε όμως τι σημαίνει αυτή η παιδοκεντρική αντίληψη της οικογένειας για την αξία της αλληλεξάρτησης. Στον παραδοσιακό χώρο, η αξία της αλληλεξάρτησης ανάμεσα στα μέλη της ευρείας οικογένειας ήταν ταυτισμένη με την επιβίωση των μελών της. Το παιδί ήταν ένα μέλος μέσα στο πλέγμα των αλληλεξαρτήσεων ολόκληρης της κοινότητας. Αντίθετα στην πυρηνική οικογένεια η αλληλεξάρτηση – βασική αξία – μεταβάλλεται σε εξάρτηση του παιδιού από τους γονείς του για ένα τέταρτο του αιώνα.
Ας κάνουμε μια σύγκριση : το παιδί στον παραδοσιακό χώρο όταν γινόταν τεσσάρων χρονών προσφέρει ήδη περισσότερες υπηρεσίες στη μητέρα του από ότι εκείνη σ’ αυτό. Συγκρίνεται αυτή τη σχέση με το τι συμβαίνει στις αστικές οικογένειες όπου η μητέρα προσφέρει καθημερινά στα παιδιά της φροντίδα και υπηρεσίες για είκοσι, είκοσι πέντε ή και περισσότερα χρόνια με ελάχιστα ανταλλάγματα. Συγκρίνεται επίσης την εικόνα που είχαν τα παιδιά για τους γονείς τους στην παραδοσιακή κοινωνία και ποια στην σημερινή. Η μάνα για παράδειγμα για τους νεαρούς και πέρα ενήλικες ήταν ένα ιερό πρόσωπο που είχε το σεβασμό την αποδοχή και την υποστήριξη τους. Δεν περιμένανε τίποτα από αυτή, μόνο δίνανε. Σήμερα η μάνα έγινε μαμά και τα παιδιά σε πολλές περιπτώσεις μαμάκιδες (μαμμόθρεφτα).

Καθώς περνάμε από την βιομηχανική στην μεταβιομηχανιή φάση της ανθρωπότητας, ο σκοπός της οικογένειας αναθεωρείται πλέον ριζικά και δεν ταυτίζεται αποκλειστικά στην βιολογική και οικονομική επιβίωση των μελών της. Οι νέοι απορρίπτουν τους παλιούς σκοπούς συνύπαρξης και ψάχνουν για νέες νοηματοδοτήσεις στις διαπροσωπικές σχέσεις. Σε αυτή την αναζήτηση παρατηρούμε ένα συνεχόμενο ανεβοκατέβασμα μεταξύ της παράδοσης και της μετανεωτερικότητας, μεταξύ δηλαδή παλαιών βιωμένων αντιληπτικών σχημάτων και των νέων μορφών συνύπαρξης που διακατέχουν την σύγχρονη πραγματικότητα. Η διαρκής αναζήτηση πάνω σε αυτόν τον κάθετο ιστορικό άξονα (παράδοση-μετανεωτερικότητα) δημιουργεί ένα είδος πολιτισμικής σύγχυσης σε ατομικό και διαπροσωπικό επίπεδο. Το οποίο φαίνεται να εντείνεται στην τωρινή συγκυρία της οικονομικής κρίσης.
Εν τη αύτη περιπτώσει, τι σκοπό ύπαρξης έχει η οικογένεια κάτω από τις καινούργιες συνθήκες που διαμορφώνονται; Είναι ένα ερώτημα με πολλές απαντήσεις, γεγονός που αποδεικνύει την πολυπλοκότητα και την ποικιλομορφία των ανθρώπινων σχέσεων της εποχής μας. Στον αντίποδα βέβαια αναπτύσσεται ένα ρεύμα συντηρικοποίησης των ανθρώπινων σχέσεων και το πισωγύρισμα σε αυθεντίες τύπου εθνικής και θρησκευτικής συγκρότησης της προσωπικότητας, της εκπαίδευσης και της οικογένειας.

Μέσα σε αυτή την πολυπλοκότητα της σημερινής κοινωνίας και στο ανεβοκατέβασμα από τις παραδοσιακές στις σύγχρονες κοινωνικές ρυθμίσεις, στην αβεβαιότητα και στο κενό που δημιουργεί το σπάσιμο των παραδοσιακών νορμών και στην μεγάλη ταχύτητα που τρέχουν οι αλλαγές σε οικονομικοκοινωνικό επίπεδο, χρειάζεται να αναπτύξουμε δεξιότητες σε προσωπικό, οικογενειακό και κοινωνικό επίπεδο και να αναπτύξουμε με αφετηρία τις παραδόσεις μας μια προσωπική κοσμοαντίληψη, χωρίς να βασιζόμαστε, αποκλειστικά στις μεγάλες αλήθειες και τα αξιώματα που ίσχυαν ως την προηγούμενη γενιά.
Επειδή όμως χρειαζόμαστε έναν μπούσουλα, καλό είναι να έχουμε κάποιες «σταθερές», βάση των οποίων θα πορευόμαστε και θα αξιολογούμε την πορεία μας. Βάση των οποίων θα απαντούμε σε βασικά υπαρξιακά ερωτήματα, ποιος είμαι, που πάω και γιατί πάω εκεί που πάω.
Η οικογένεια είναι ένας χώρος που μπορούν να απαντηθούν τα παραπάνω ερωτήματα. Η οικογένεια ορίζεται από την αλληλεξάρτηση, την αλληλοσυσχέτιση και τη συναλλαγή μεταξύ των μελών της. Εκεί δημιουργούνται οι οικείες και πολύ ισχυρές ανθρώπινες σχέσεις. Εκεί διαδραματίζεται η σημαντικότερη, ίσως, σχέση, στην εποχή μας και στον πολιτισμό μας, αυτή μεταξύ του ζευγαριού, του άντρα και της γυναίκας.
Η οικογένεια οριοθετεί την ύπαρξη μας με ένα διττό τρόπο. Καταρχήν επειδή μέσα σε μια οικογένεια έχουμε γεννηθεί και διαμορφώσει την προσωπικότητά μας. Και δεύτερον, επειδή με άξονα την οικογένεια διαβιούμε τις διάφορες φάσεις ζωής μας από τη γέννηση ως τον θάνατο.
Την οικογένεια διέπουν κάποιοι παράγοντες λειτουργικότητας που μπορούν να σηματοδοτήσουν ένα χάρτη λειτουργικότητας :
1.τα όρια  2. η επικοινωνία 3. το συγκινησιακό κλίμα 4. τα έργα των φάσεων 5. ποιος ηγείται 

όρια : αξίες + πιστεύω + κανόνες.  Στο σύστημα της οικογένειας τα όρια ορίζονται από το σύνολο των κανόνων που διέπουν τον τρόπο επικοινωνίας – συνειδητής και ασυνείδητης – και τη γενικότερη συμπεριφορά των μελών της. Συμπίπτουν με το ρόλο που αναλαμβάνει κάθε μέλος ή ενότητα μελών στην οικογένεια για τη λειτουργία του όλου συστήματος.  Είναι οι κανόνες που καθορίζουν ποιος και πως συμμετέχει στο κάθε υποσύστημα (στο γονεϊκό υποσύστημα και στο υποσύστημα των παιδιών).  Για τη σωστή οικογενειακή λειτουργία τα όρια των υποσυστημάτων πρέπει να είναι ξεκάθαρα και καλά καθορισμένα. Η σαφήνεια των ορίων είναι μια χρήσιμη παράμετρος για την αξιολόγηση της λειτουργικότητάς της. Πχ τριγωνοποιημένες σχέσεις. (όταν η μητέρα κάνει παράπονα στον γιο, για τον πατέρα του).

επικοινωνία : τι επικοινωνούμε π.χ. η μαμά που θυμώνει με το παιδί της, που πέφτει.
το συγκινησιακό κλίμα, το συναίσθημα πρέπει να ρέει. Είναι σαν τη φλέβα, αν δημιουργηθεί θρόμβωση υπάρχει πρόβλημα. Έτσι και με το συναίσθημα, αν δεν ρέει σταματά η επικοινωνία, το άτομο μαραίνεται και συρρικνώνεται (βιολογικά και κοινωνικά).

Τα έργα των φάσεων : το έργο μιας οικογένειας διαφοροποιείται ανάλογα με τη φάση που αυτή βρίσκεται. Οι διάφορες φάσεις της οικογένειας ξεκινούν από την γνωριμία του ζευγαριού, τον γάμο, την τεκνοποίηση, τις ηλικίες των παιδιών, την αυτονόμησή τους και την αποχώρησή τους από το σπίτι (κυρίως την συναισθηματική αυτονόμηση), το ξαναντάμωμα του ζευγαριού χωρίς τα παιδιά, τα γηρατειά, τον θάνατο. 

Ηγείσθε: στην οικογένεια κάποιος πρέπει να ηγείται. Παραδοσιακά ήταν ο άντρας. Σήμερα ο ρόλος αυτός περνάει εναλλάξ και διαφοροποιημένος στο ζευγάρι. Ποτέ όμως δεν πρέπει να ηγείται το παιδί. Η οικογένεια δεν είναι ένα «δημοκρατικό» σύστημα. Υπάρχει σαφώς νοούμενη ιεραρχία και διαφοροποίηση των ρόλων. Και ρόλος των γονιών είναι να εκπαιδεύουν, να καθοδηγούν και να ελέγχουν τα παιδιά τους. Πρέπει επομένως να κάνουν κουμάντο.

Μέσα σε αυτή την πολυπλοκότητα άντε φτιάξε οικογένεια, παιδιά και για ποιο λόγο. Σίγουρα το τελευταίο που έχει στο μυαλό του ο σημερινός νέος είναι η διαιώνιση του είδους. Και το πρώτο, ένα σύντροφο, μια σχέση για να νιώθει καλά … έτσι αόριστα. Και η πλάκα είναι ότι αλλιώς μεγαλώσαμε, άλλα μας «έταξε» η οικογένεια και η κοινωνία.
Αν προσέξει κανείς τις ελληνικές ταινίες του παλιού καλού ελληνικού κινηματογράφου, ή τα κλασσικά παραμύθια, θα διαπιστώσει ότι τα πάντα σταματούν στον γάμο. Πολλές, ευχάριστες ή δυσάρεστες ιστορίες αλλά πάντα ρομαντικές κάνουν λόγο για αγαπημένα ζευγάρια που μέσα σε συνθήκες άλλοτε δύσκολες και άλλοτε κωμικές καταφέρνουν, παλεύοντας με θεούς και δαίμονες, να παντρευτούν. Και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.
Πουθενά δεν γίνεται λόγος για τα προβλήματα που αντιμετώπισαν τα ερωτευμένα ζευγάρια όταν έγιναν γονείς. Η στιγμή που γίνεσαι γονιός είναι μοναδική. Τα συναισθήματα έντονα και πλούσια. Τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις τεράστιες. Ξαφνικά αλλάζει ρότα η ζωή σου. Έξυπνη είναι μια παλιότερη διαφήμιση της τηλεόρασης. Δείχνει έναν νέο άνθρωπο που μόλις έγινε πατέρας χρησιμοποιώντας την εξής ατάκα: πριν σε λέγανε Νίκο, τώρα μπαμπά. Είναι ο σημερινός άνθρωπος όμως προετοιμασμένος για αυτή την αλλαγή;  Ξέρει τι πρέπει να κάνει, του το έχει δείξει κάποιος;  Και μη μου πείτε ότι φτάνει μόνο το ένστικτό. Ένα ρόλο στην εκμάθηση του γονεϊκού ρόλου παίζουν σήμερα οι γονείς του ζευγαριού, που από την μια η συμβολή τους είναι χρήσιμη από την άλλη αυξάνουν την πολυπλοκότητα στις σχέσεις και αυτό στην εποχή μας δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που λύνει. Σημαντική είναι επίσης η υποστήριξη των παιδιάτρων. Και αυτή όμως σταματά σε πρακτικές συμβουλές και έλεγχο της σωματικής υγείας του παιδιού. Απ’ την άλλη οι νέοι γονείς, σήμερα, ρωτούν απεγνωσμένα γνωστούς και φίλους που έχουν ήδη γίνει γονείς, ξεφυλλίζουν ειδικά περιοδικά, παρακολουθούν τηλεοπτικές εκπομπές, κ.α. προκειμένου να μάθουν κάτι. Δεν είναι όμως σίγουροι για αυτά που ακούν, άσε που τις περισσότερες φορές είναι αντιφατικά. Άλλα λέει το mega, άλλα ο Αντένα, άλλα το περιοδικό, άλλο η φίλη μου η τάδε, άλλο η φίλη μου η δείνα.  Μοιάζουν λοιπόν οι γονείς ανοχύρωτοι μπροστά στον σημαντικότερο ίσως ρόλο τους στη ζωή. Και ανεκπαίδευτοι. Ακόμη και ηλεκτρονική υπολογιστή για να μάθεις θες ένα τρίμηνο εξάσκησης, για να γίνεις γονιός δεν κάθεσαι ούτε μια μέρα στα «θρανία». Μοιάζουν επίσης και μπερδεμένοι. Δεν ξέρουν που να δώσουν προτεραιότητα. Δουλειά, επιβίωση, καριέρα, ανατροφή και κοινωνικοποίηση των παιδιών τους, όλα είναι στο μυαλό τους ανακατεμένα. Από την άλλη έχουν ξεχάσει πως είναι να είσαι παιδί. Βλέπεις το άγχος και η ρουτίνα της καθημερινότητας δεν τους το επιτρέπουν.
Να είσαι γονιός, λοιπόν, είναι μια δύσκολη υπόθεση. Απαιτεί διάθεση αλλαγής και προσαρμογής σε νέα δεδομένα από την περίοδο της σύλληψης ακόμη και τουλάχιστον ως την ενηλικίωση του παιδιού. Βέβαια για να μη γελιόμαστε σήμερα στην Ελλάδα η ενηλικίωση αργεί να έρθει επιμηκύνοντας την περίοδο των άμεσων γονεϊκών ευθυνών.
Κάθε περίοδος της παιδικής ηλικίας έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά. Διαφορετικές είναι και οι ανάγκες, καθώς και οι υποχρεώσεις των παιδιών σε κάθε ηλικιακή κατηγορία. Οι γονείς πρέπει να έχουν την ικανότητα να κατανοούν την αλλαγή φάσης των παιδιών τους, προκειμένου να προσαρμόσουν τον τρόπο που τα υποστηρίζουν και να επιτρέψουν έτσι το πέρασμα από την μια φάση στην άλλη και την τελική αυτονόμηση με αποτελεσματικό τρόπο. Η κάθε φάση, από την γέννηση ως την ενηλικίωση, έχει τις δικές της δυσκολίες. βέβαια ο λαός μας λέει, μικρά παιδιά, μικρές σκοτούρες, μεγάλα παιδιά, μεγάλες σκοτούρες. Για να δούμε αν έχει δίκιο. Τα μεγάλα παιδιά είναι οι προέφηβοι και οι έφηβοι. Η εφηβεία είναι μια περίοδος δεύτερης ευκαιρίας στην ανάπτυξη της προσωπικότητας ενός παιδιού και χαρακτηρίζεται από έντονες αλλαγές σε βιολογικό και ψυχοκοινωνικό επίπεδο. Σε κάθε τι έντονο αναπόφευκτες είναι και οι συγκρούσεις, τόσο οι εσωτερικές, όσο και με το εξωτερικό περιβάλλον. Το άμεσο εξωτερικό περιβάλλον των εφήβων είναι η οικογένειά τους. Δεδομένο είναι λοιπόν πως εκεί θα ξεσπάσουν οι περισσότερες συγκρούσεις. Και εκεί χρειάζεται, καταρχήν, ο έφηβος να μάθει να τις διαχειρίζεται. Αν το οικογενειακό του πλαίσιο δεν επιτρέπει την οριοθετημένη έκφραση αυτών των συγκρούσεων και δεν λειτουργεί υποστηρικτικά και εκπαιδευτικά προς τον έφηβο, τότε ενδεχομένως να παρουσιαστούν προβλήματα τόσο στην αναπτυξιακή πορεία του έφηβου, όσο και στις σχέσεις του με τους γονείς του.
Ας δούμε πιο συγκεκριμένα ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος των γονέων που τα παιδιά τους είναι στην εφηβεία: ο έφηβος σε αυτό το στάδιο της ζωής του έχει τη μεγαλύτερη ανάγκη για ένα σταθερό πλαίσιο και όρια. Επειδή είναι σε φάση αμφισβήτησης των οικογενειακών και κοινωνικών δεδομένων, χρειάζεται αυτή την διάθεση αμφισβήτησης να την περάσει έχοντας βιωμένες σταθερές αρχές και αξίες. Η αμφισβήτηση τότε θα βγάλει ένα καινούργιο, θετικό, σταθερό και προσαρμοσμένο στις ανάγκες του έφηβου πλαίσιο αρχών και συμπεριφορών και όχι ένα ασαφές και ευάλωτο πλαίσιο.
Ο έφηβος χρειάζεται ικανούς και δυνατούς γονείς. Γονείς που θα αντέξουν την αμφισβήτηση. Γονείς που το πλαίσιο αρχών και αξιών που προτείνουν στα παιδιά τους, κάνει νόημα και στους ίδιους, είναι στη δική τους φιλοσοφία για τη ζωή και το εφαρμόζουν στα μικρά και καθημερινά γεγονότα.
Ο έφηβος χρειάζεται γονείς που δεν έχουν ανάγκη τα παιδιά τους. Δεν περιμένουν μέσω αυτών να εκπληρώσουν δικές τους προσδοκίες. Χρειάζεται γονείς που θα εκπαιδεύσουν, θα καθοδηγήσουν και θα ελέγξουν τα παιδιά τους με στόχο να τους επιτρέψουν, στην ενηλικίωση, να φύγουν από την πατρική οικογένεια, να αυτονομηθούν και να χτίσουν τις προϋποθέσεις για την προσωπική τους οικογένεια.
Σήμερα πολλές οικογένειες συντηρούν – οικονομικά και συναισθηματικά - τα παιδιά τους και μετά την εφηβεία. Παρατείνεται έτσι η διαδικασία αυτονόμησης του νέου ανησυχητικά. Οι λόγοι πολλοί. Κοινωνικοί, οικονομικοί μα κυρίως οικογενειακοί. Οι γονείς πιστεύουν ότι τα παιδιά τους δεν θα καταφέρουν να αντεπεξέλθουν στις ευθύνες της ζωής τους χωρίς αυτούς. Έτσι επιχειρούν να τα πατρονάρουν συνέχεια – τουλάχιστον όσο ζουν. Ακόμα και αν χωροταξικά φύγει ο νέος από την πατρική εστία, η συναισθηματική εξάρτηση μπορεί να υφίσταται. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα όπου οι γονείς επεμβαίνουν στη ζωή του παιδιών τους (από το που πάει, με ποια βγαίνει, ποια θα παντρευτεί, πώς θα γίνει η τελετή του γάμου, μέχρι πως θα μεγαλώσει τα παιδιά του, κ.α), στερώντας την αυτονομία των παιδιών τους, τα οποία βεβαίως ανέχονται την κατάσταση αυτή με ανταλλάγματα (π.χ. οι παππούδες κρατούν τα εγγόνια, τσοντάρισμα ή αγορά ενός καινούργιου αυτοκινήτου, οικονομική βοήθεια, κλπ).
Ο έφηβος χρειάζεται γονείς με κατανόηση. Να συναισθάνονται την ψυχολογική κατάσταση του παιδιού τους. Να έχουν διαμορφωμένη από πριν μια ανοιχτή σχέση εμπιστοσύνης με το παιδί τους. Γονείς που δεν μπερδεύουν τις ευθύνες τους με αυτές των παιδιών τους. Που  απαιτούν ξέροντας τις δυνατότητες του παιδιού τους. Που είναι έτοιμοι να υποστηρίξουν τον νέο σε ότι δύσκολο του συμβεί. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της εφηβικής εγκυμοσύνης, όπου η έφηβη κόρη φοβάται να το εμπιστευθεί στους γονείς της.
Δύσκολο, λοιπόν, να είσαι γονιός. Και μάλιστα στο τελικό στάδιο, αυτό της εφηβείας, όπου «κρίνεται» και η δουλειά που έκανες στην διαπαιδαγώγηση και κοινωνικοποίηση των παιδιών σου. Τότε που θα δεις το βλαστάρι σου να κάνει τα πρώτα «βήματα» στη ζωή αυτόνομα. Τότε που θα πρέπει να αντέξεις να τον δεις να «πέφτει» και να «ματώνει» χωρίς να σε έχει δίπλα του. Τότε που μπορεί, ανάλογα με τα εφόδια που του έδωσε η οικογένεια, να τον δεις να τα καταφέρνει, να στήνει την προσωπική του ζωή δύσκολα, αγκομαχώντας αλλά ανοδικά, ή να μην τα καταφέρνει.
Τα περισσότερα προβλήματα που παρατηρούνται στη φάση της εφηβείας οφείλονται στην αδυναμία των γονιών να επιτρέψουν τα παιδιά τους να φύγουν και στην αδυναμία των παιδιών να αυτονομηθούν. Για ποιο λόγο δεν επιτρέπουν οι γονείς αυτή την μετάβαση;  Είναι πού απλό. Καταρχήν δεν την επιτρέψανε σε κανένα στάδιο της αναπτυξιακής πορείας του παιδιού τους. Είναι οι υπερπροστατευτικοί γονείς, που δεν μάθανε στο παιδί τους, παραδείγματος χάρη, να βγάλει την πάνα ακόμα και στα τρία, τέσσερά του χρόνια, που ανεχότανε το παιδί να τα κάνει πάνω του, που επιτρέπανε στο παιδί τους να κοιμάται στο κρεβάτι τους, που αργότερα «τα διαβάζανε» για το σχολείο, τους επιτρέπανε το ξενύχτι στο σπίτι ή μαζί τους, γιατί πρέπει να ξεσκάσουν και αυτοί κ.ο.κ. Είναι οι γονείς που δεν είδανε τα παραπάνω ως σύμπτωμα μιας ευρύτερης οικογενειακής δυσλειτουργίας, αλλά ρίξανε τις ευθύνες στα «κακά» παιδιά τους. Είναι οι γονείς που δεν φροντίσανε τη μεταξύ τους σχέση και επικεντρώσανε την προσοχή τους στο μεγάλωμα των παιδιών. Έτσι τα παιδιά γίνανε το νόημα της ζωής τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα ζευγάρια που όταν τα παιδιά τους φτάσουν στην εφηβεία, χωρίζουν γιατί δεν υπάρχει πλέον λόγος να είναι μαζί. Είναι γονείς που δεν καταφέρανε να γίνουν θετικά πρότυπα αλλαγής για τα παιδιά τους. Που φοβηθήκανε την προσωπική αλλαγή και αρκεστήκανε σε ένα συμβατικό γάμο. Που δεν καταφέρανε να οριοθετήσουνε την προσωπική τους οικογένεια από τις «γνώμες» των τρίτων, κυρίως των συγγενών, κ.ο.κ.
Γίνεται ακόμα πιο δύσκολος, στην σημερινή κοινωνία,  ο ρόλος του γονιού ενός έφηβου μια και οι πληροφορίες και τα ερεθίσματα είναι πολλά. Σε μια κοινωνία που χάνεις τον μπούσουλα μέσα στην πολυπλοκότητα των συστημάτων που ανήκεις και των ρόλων που καλείσαι να παίξεις στη ζωή. Σε μια κοινωνία που τρέχει παραπάνω από ότι μπορεί ένας άνθρωπος. Που τίποτα γύρω μας δεν παραμένει σταθερό για μεγάλο χρονικό διάστημα, όπως παλιά. Που το πιο σταθερό πράγμα που έχουμε είναι η αλλαγή, η ικανότητά μας να προσαρμοζόμαστε στις συνεχώς μεταβαλλόμενες εξωτερικές συνθήκες.
Αυτό που κάνει επομένως δύσκολη την υπόθεση γονιός, είναι ότι έτσι και αλλιώς είναι δύσκολο να είσαι αυτόνομος άνθρωπος. Είναι δύσκολο να σχετίζεσαι με τους οικείους σου χωρίς να χάνεις τα προσωπικά σου όρια και την αυτονομία σου. Είναι δύσκολο να αξιοποιείς την συνύπαρξη ως κινητήρια δύναμη προσωπικής αλλαγής. Είναι δύσκολο να αξιοποιείς τα μηνύματα και τα ερεθίσματα της σημερινής εποχής, χωρίς να σε παρασύρουν αλλά να τα φιλτράρεις προς όφελος σου. Είναι δύσκολο, σήμερα, να μην είσαι μόνος ακόμα και αν γύρω σου βρίσκονται πολλοί άνθρωποι.

Η οικογένεια χρειάζεται, λοιπόν,  για να λειτουργεί ως φορέας αξιών, να παρέχει αγάπη αλλά και όρια, την αίσθηση του «ανήκειν» αλλά και του διαφορετικού, δηλαδή της προσωπικής ταυτότητας και αυτονόμησης του κάθε μέλους. Και όλα αυτά κάτω από την σκέπη ενός βασικού σκοπού. Γιατί ο σκοπός παράγει αξίες, και οι αξίες ρόλους και όλα αυτά με τη σειρά τους παράγουν κανόνες συμπεριφοράς που υπηρετούν τον σκοπό για τον οποίο φτιάξαμε την οικογένειά μας.  
Στις μέρες μας, λοιπόν, βασικός σκοπός της οικογένειας, ως ένα σύστημα, ένα εργαστήρι ζωής, είναι η ψυχοκοινωνική επιβίωση και ανάπτυξη των μελών της. Και το βασικό της έργο να δίνει στα μέλη της την αίσθηση του «ανήκειν» και να καλλιεργεί την προσωπική αυτονομία (και ανήκεις και είσαι αυτόνομος). Στην οικογένεια, προκειμένου να επιτελέσει αποτελεσματικά το σκοπό της σύστασής της, χρειάζεται τα δύο υποσυστήματα της – οι γονείς και τα παιδιά – να είναι σαφώς οριοθετημένα και να παραμένει το καθένα στο έργο που έχει να επιτελέσει : το μεν υποσύστημα των γονιών, να μεγαλώσει και να αφήσει τα παιδιά να φύγουν και το υποσύστημα των παιδιών, να εκπαιδευτεί και να φύγει.
Όπως συνηθίζω να λέω στους γονείς που βλέπω στη θεραπεία, τα παιδιά μετά την εφηβεία, όταν ενηλικιωθούν, σαφώς και εξακολουθούν να είναι παιδιά σας, δεν είναι όμως οικογένειά σας. Αυτό είναι μια βασική αξία για την σημερινή οικογένεια, γιατί βάζει σε άλλη βάση την έννοια της αλληλεξάρτησης – των σχέσεων δηλαδή και τη σύνδεση των γενεών στο ευρύτερο οικογενειακό σύστημα - και τη διαφυλάσσει από τον κίνδυνο των συγχωνευμένων ή αποστασιοποιημένων εξαρτημένων σχέσεων.

Η σύνδεση των υποσυστημάτων και γενικότερα των μελών της οικογένειας παλιότερα γινόταν με κοινωνικά δοσμένους τρόπους (μέσα από τις επιταγές, τις αξίες, τα ήθη και τα έθιμα της κοινότητας) και στηριζόταν σε αξίες όπως το φιλότιμο και την πειθαρχία. Σήμερα η σύνδεση αυτή στηρίζεται στην επικοινωνία μεταξύ των μελών της οικογένειας. Η λειτουργική επικοινωνία επιτρέπει αυτό που απλά μπορούμε να πούμε και μαζί και χώρια και  ελαχιστοποιεί την πιθανότητα η υγιής αλληλοεξάρτηση μεταξύ των μελών να γίνει εξάρτηση (π.χ. οι γονείς βρίσκουν νόημα μέσα από τα παιδιά τους).

Ας δουλέψουμε για μια οικογένεια – και ένα εκπαιδευτικό σύστημα που οι γνώσεις που θα παράγει με στόχο την κοινωνικοποίηση των παιδιών δεν θα έχουν μεγάλη απόσταση από την καθημερινή ζωή των παιδιών.

Μια οικογένεια και ένα σχολείο που θα προετοιμάζει για τη ζωή και όχι για την εργασία.






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου