Πέμπτη 18 Απριλίου 2024

Γυναίκα SOS

 

Το πιο τραγικό κι αδιανόητο στην τελευταία υπόθεση γυναικοκτονίας είναι η αίσθηση του αβοήθητου που βιώνει μια γυναίκα η οποία δολοφονείται στο κατώφλι ενός θεσμού που υπάρχει για να μας προστατεύει. Το αίμα της Κυριακής, έξω από το αστυνομικό τμήμα, μας σοκάρει διότι φωτογραφίζει τον τρόμο που νιώθει μια γυναίκα όταν στερείται το δικαίωμα της ασφάλειας και της ελευθερίας.

Οι γυναίκες που υφίστανται την κακοποίηση μοιάζουν να μην έχουν δικαίωμα να νιώσουν υποκείμενα των επιθυμιών τους, αλλά μόνο την υποχρέωση να είναι αντικείμενα στο βλέμμα, στα χέρια και στην εξουσία των άλλων. Η αδιανόητη δήλωση ενός πρώην αξιωματούχου της ΕΛΑΣ πως το έγκλημα συντελέστηκε εξαιτίας της υπερέκθεσης της Κυριακής στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «έδειχνε ευτυχισμένη κι έτσι προκαλούσε τον θύτη» το αποδεικνύει περίτρανα. Οι γυναίκες έπειτα από ένα χωρισμό δεν πρέπει να δείχνουν ευτυχισμένες γιατί προκαλούν, κι αυτή η λέξη «προκαλεί» είναι ένα βάρβαρο στερεότυπο που δυστυχώς κυριαρχεί ακόμη στο πλαίσιο της πατριαρχικής αντίληψης για τον ρόλο των φύλων.

Σε αυτόν τον τόπο πολλά ακόμη χρειάζεται να γίνουν, να παρθούν και άλλα μέτρα προστασίας, όπως περισσότεροι ξενώνες και δημιουργία ενός ενιαίου σχεδίου αντιμετώπισης της ενδοοικογενειακής βίας, συνεχής ευαισθητοποίηση και εκπαίδευση των κρατικών λειτουργών και συντονισμός όλων των εμπλεκόμενων φορέων, άμεση και διαρκής ψυχολογική, νομική και οικονομική υποστήριξη στα θύματα, κ.ο.κ.  Και βεβαίως άμεσα να αποκτήσει νομική μορφή ο όρος γυναικοκτονία, ώστε να βοηθήσει στην μεγαλύτερη ορατότητα του προβλήματος.

 

Το κυριότερο όμως είναι να ξανα-εκπαιδευτούμε ως κοινωνία στην ενσυναίσθηση. Εάν δεν υπάρχει μέσα μας ενσωματωμένο ένα ισχυρό ηθικό πλέγμα που να βάζει τον άνθρωπο πάνω απ’ όλα τότε όλα τα κατά καιρούς μέτρα  θα παραμένουν απλές γραφειοκρατικές ανακοινώσεις, και το μόνο ζωντανό θα είναι το αίμα των αδικοχαμένων γυναικών.

Οι άνθρωποι χρειάζεται να δείξουμε συμπόνοια στους άλλους, όχι για κανένα άλλο λόγο, παρά γιατί θα τη χρειαστούμε κι εμείς. Να νοιάζεται για τον καθένα που βρίσκεται στο πεδίο της ευθύνης του σαν να είναι το παιδί του ή ένας πολύ δικός του άνθρωπος. Να πάρει η αστυνόμος την Κυριακή από το χέρι και να την προστατεύσει σαν να είναι η αδελφή της κι όχι μια απλή πολίτης που  καταγγέλλει κάτι.

 

Από κει και πέρα ναι προφανώς το ζήτημα δεν λύνεται μόνο με τα μέτρα ή με τη δική μας διαθεσιμότητα. Το πρόβλημα έχει λάβει τρομακτικές καταστάσεις και θα επιδεινώνεται ακολουθώντας τις μεγάλες δομικές ελλείψεις και ανεπάρκειες της κοινωνίας μας. Είναι ένα δομικό πρόβλημα οι γυναικοκτονίες, όπως το ίδιο είναι και κάθε μορφή βίας που συνταράσσει τις συνειδήσεις μας.

Ξεκινώντας από τη δομική ανάλυση και ερμηνεία των γυναικοκτονιών είναι σημαντικό να δούμε εκτενέστερα κι όλα τα επιμέρους στοιχεία, όπως οι οικογενειακές συνθήκες και τα κοινωνικοδημογραφικά χαρακτηριστικά και εν συνεχεία το ψυχολογικό προφίλ όσων εγκληματούν κι κυρίως εάν πίσω από τις γυναικοκτονίες κρύβεται μια ψυχοπαθολογική προσωπικότητα. Η εμπειρία από τις δημοσιευμένες και καταγεγραμμένες γυναικοκτονίες αποτυπώνει πως δεν υπάρχει στις περισσότερες περιπτώσεις κάποια διαγνωσμένη ψυχοπαθολογία και πως το μόνο «άρρωστο» είναι οι πεποιθήσεις γύρω από την κουλτούρα του φύλου. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο άντρας αισθάνεται πως έχει κυριαρχικά δικαιώματα πάνω στη γυναίκα του, αναπτύσσει έντονα ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά ανωτερότητας και γίνεται απολύτως κτητικός. Ωστόσο σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση εκείνος που θα διαγνώσει την ύπαρξη ψυχοπαθολογίας ή όχι είναι ο εκάστοτε ειδικός που θα αναλάβει αυτό το έργο, διότι προφανώς δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την πιθανότητα κάποιων ευρημάτων. Το ζήτημα ωστόσο είναι να μην συνδέσουμε τον θύτη μιας γυναικοκτονίας με την ψυχική ασθένεια και κυρίως την ψυχική ασθένεια με το έγκλημα, διότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει, δεδομένο πως οι ψυχικά ασθενείς φτάνουν στο έγκλημα σε ένα πολύ μικρό ποσοστό.

Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2023

Αναζητώντας τους υπο-εαυτούς μας

Ο εαυτός ως μια ενότητα των πολλαπλών υπο-εαυτών μας αποτελεί ένα  πολυμορφικό και πολυδιάστατο δημιούργημα. Για να κατανοήσουμε την πολυμορφική του διάσταση αλλά και την ανάγκη για δημιουργία μιας συγκροτημένης ταυτότητας μπορούμε να ανατρέξουμε στα παιδικά μας χρόνια και να αναβιώσουμε κάποιες δομικές εμπειρίες που ζήσαμε τότε. Απαντήστε στα παρακάτω ερωτήματα ή σε άλλα που θα γεννήσει η μνήμη και η φαντασία σας με στόχο την αναστοχαστική επαναβίωση κάποιων εμπειριών που συνέβαλαν καθοριστικά στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς μας. Ψηλαφώντας τις βιωμένες εμπειρίες της παιδικής ηλικίας είναι σαν να αναζητούμε τις αόρατες συνδέσεις της εσωτερικής μας συνοχής και της συγκροτημένης διάδρασης με τον περιβάλλον. Εκεί στον κόσμο του αοράτου υπάρχει η ψυχή του εαυτού μας ή όπως λέει Ζοζέ Σαραμάνγκο «μέσα μας υπάρχει κάτι που δεν έχει όνομα, αυτό το κάτι είναι αυτό που είμαστε». Ο αόρατος (ασυνείδητος) κόσμος συνυπάρχει με τον ορατό (συνειδητό) ως μια αδιάρρηκτη σύνθεση που επικαθορίζεται από τις ζώσες ενδοψυχικές και σχεσιακές συνθήκες και με τη σειρά τους καθορίζουν την προτομή του εαυτού, δηλαδή την εικόνα μας προς τα έξω.

 

Χαμένοι μοιάζουμε, λοιπόν,

στο γύρο του θανάτου

στην παγωνιά του οριστικού,

στον τρόμο του αοράτου

Μα οριστικά θα 'χεις χαθεί,

μονάχα αν το διαλέξεις

όπως διαλέγει η μουσική

τα λόγια και τις λέξεις

(Ο κόσμος που αλλάζει, Αλκίνοος Ιωαννίδης)

 

Η συγκροτημένη και ενιαία αίσθηση ταυτότητας ενέχει την έννοια της προσωπικής επιλογής στη διαδικασία σύνθεσης των υποεαυτών και στη δυνατότητα αυτή να εκφράζονται κατά τον δοκούν, δηλαδή όπως συμφέρει στην ενότητα του εαυτού μας κάθε φορά. Ο εαυτός υπό αυτή την έννοια είναι ταυτόχρονα δομημένος με συγκροτημένο κι ευέλικτο τρόπο, σαν μια ορχήστρα μουσικών οργάνων όπου η μορφή της είναι απόλυτα δομημένη κι ευέλικτη καθώς ο μαέστρος (ο κεντρικός μας εαυτός) δίνει το μοτίβο (συγκεκριμένο ρόλο και πλήρη ελευθερία μέσα σε αυτόν) ώστε κάθε μουσικός και κάθε μουσικό όργανο (υπο-εαυτός) να γνωρίζει το ρόλο του και να αναπτύσσει τις δυνατότητές του στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός όμορφου μουσικού συνόλου.  

 

Ερωτήματα:

Τι δηλώνει το ονομαστικό σου όνομα;

Σε ποιον/ποια σου λέγανε πως μοιάζεις όταν ήσουν παιδί;

Ποιες λέξεις για τον «χαρακτήρα» σου άκουγες περισσότερο;

Ποια εικόνα είχες εσύ για τον εαυτό σου και ποια πιστεύεις πως είχαν οι άλλοι στην οικογένειά σου για σένα;

Τι ρόλους έπαιρνες ως παιδί στα παιχνίδια που έπαιζες;

…………………………………………………………;

…………………………………………………………;

…………………………………………………………;

…………………………………………………………;

…………………………………………………………;

…………………………………………………………;

…………………………………………………………;

 

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2023

Η Φόνισσα

Πρόσφατα είδα την κινηματογραφική εκδοχή της Φόνισσας του Παπαδιαμάντη, η οποία προβλήθηκε υπό την σκηνοθετική ματιά της Εύας Νάθενα και τη συγκλονιστική ερμηνεία της Καριοφυλιάς Καραμπέτη. Η Φόνισσα είναι ένα κείμενο που περιγράφει και αγγίζει σε βάθος τις κοινωνικές αναπαραστάσεις που αναπτύσσονται περιμετρικά της έννοιας  του φύλου. Ο Παπαδιαμάντης κάνει μια βαθιά τομή στην ελληνική πεζογραφία, κυρίως επειδή τολμά να θίξει εν τω γίγνεσθαι ένα συλλογικό τραύμα και να αποδώσει με ακρίβεια την σκληρότητα των έμφυλων διακρίσεων και βεβαίως, μέσα από αυτές, τις κοινωνικές συνθήκες και ανισότητες της εποχής του.

Πάνω στο συγκλονιστικό του αφήγημα έρχεται η κινηματογραφική   ενορχήστρωση από την σκηνοθέτιδα Εύα Νάθενα να αποδώσει με λιτό και στοιβαρό τρόπο τις κοινωνικές και τις ψυχολογικές διαστάσεις της γυναίκας-φόνισσας και μέσα από αυτή, τις πλευρές μιας σκληροτράχηλης κοινωνίας. Φωτίζοντας παράλληλα τις διαχρονικές τους συνδέσεις μια και στοιχεία αυτής της κοινωνίας κυλούν στις φλέβες μας ακόμη και σήμερα.

«Να το προικιό μου», αναφωνεί η Φραγκογιαννού, καθώς βρίσκεται «στο ήμισυ του δρόμου, μεταξύ της θείας και της ανθρώπινης δικαιοσύνης» κλείνοντας σε δύο φράσεις ό,τι συμβαίνει στον ψυχισμό της, αλλά και στο πολιτισμικό υπόβαθρο της κοινωνίας της.

Η Νάθενα, ακολουθώντας τον Παπαδιαμάντη, τοποθετεί την ηρωίδα μέσα στο ίδιο εντυπωσιακό φυσικό σκηνικό, τονίζοντας εμφατικά το φυσικό περιβάλλον, με τις αδρές και σκληρές του αποχρώσεις, οι οποίες αντικατοπτρίζονται στις αντίστοιχες σκληρές απεικονίσεις της καθημερινής ζωής, μεταξύ των οποίων και της δυσμενούς θέσης της γυναίκας στην κοινωνική ιεραρχία.

Η ηρωίδα του Παπαδιαμάντη, η Φραγκογιαννού, είναι μια συνηθισμένη μα και ξεχωριστή φιγούρα που κινείται στη ραχοκοκαλιά μιας σκληροτράχηλης πατριαρχικής κοινωνίας. Είναι αυτή που φέρνει στον κόσμο τα παιδιά και συγκεντρώνει πάνω της όλες τις προσδοκίες για να αποκτήσει η εγκυμονούσα γυναίκα το πολυπόθητο αγόρι. Στο πλαίσιο αυτό η Φραγκογιαννού κινείται μεταξύ ατομικής βούλησης και πεπρωμένου, μεταξύ αποδοχής και αναζήτησης, μεταξύ μιας ιδιότυπης αυτονομίας και της άτεγκτης κοινωνικής επιρροής.

Πως θα αλλάξουν οι κοινωνικές δομές, πως θα αλλάξει η μοίρα των γυναικών, είναι το ερώτημα που βασανίζει και δημιουργεί μια υπαρξιακή αγωνία στον συγγραφέα. Τα ίδια ερωτήματα προφανώς βασανίζουν και την Νάθενα, παρά τη διαφοροποίηση της εποχής που ζουν και βεβαίως του φύλου τους. Ωστόσο, το μόνο σίγουρο είναι πως τα παραπάνω ερωτήματα μας αφορούν όλους, ιδιαίτερα σε μια καμπή της ιστορίας όπου η γυναικεία υπόσταση ξαναβυθίζεται στις πτυχώσεις μιας νέας αναδυόμενης, όσο και παλιάς, πατριαρχίας.

Ο Παπαδιαμάντης λοιπόν μας χάρισε ένα κοινωνικό μυθιστόρημα που από τη μία φωτίζει την ανάγκη για μετασχηματισμούς στις κοινωνικές δομές και στις ανθρώπινες σχέσεις και από την άλλη την επιθυμία να συνταχθούμε στο κοινό του ανθρώπου, μέσα από συνθέσεις κι όχι διαιρέσεις.

Και βέβαια αναδεικνύει αυτές τις ανάγκες με ένα φυσικό και ταυτόχρονα δραματικό τόνο, με τον οποίο συντάσσεται και η σκηνοθετική και  ερμηνευτική απόδοση της ταινίας. Σαν να θέλουν και οι δύο -συγγραφέας και σκηνοθέτιδα- να αποδώσουν την τραγικότητα της ανθρώπινης μοίρας όταν αυτή ξεφεύγει από τις φυσικές της νομοτέλειες. Όταν δηλαδή η σύνδεση του ανθρώπου με το κοινωνικό του περιβάλλον παραβιάζει τη φυσικότητα του κύκλου της ζωής και δημιουργεί κοινωνικές και ψυχικές παθογένειες. Η αλήθεια του οπτικοποιημένου κειμένου διαπλάθεται μεταξύ αντικειμενικής περιγραφής και υποκειμενικής εμπειρίας και συνθέτει έναν κόσμο αντιφάσεων, επιβίωσης και υπαρξιακής μοναξιάς, κοινωνικής σκληρότητας και νοιαξίματος, αγάπης και εθίμου, έρωτα και ανάγκης, κ.ο.κ.. Και μέσα σε αυτές τις αντιφάσεις διατρέχει ως ενοποιητικός παράγοντας ο βαθύτερος ψυχισμός της Χαδούλας, καθώς και το τραυματισμένο υπόβαθρο της κοινωνίας που σε ασυνείδητο επίπεδο αναζητά λύσεις.

Η Χαδούλα δημιουργεί, μεταξύ του ψυχισμού της και του συλλογικού ασυνείδητου, ένα διάκενο στο οποίο φαντασιώνεται μια λυτρωτική εμπειρία, ισοδύναμη με την καταλυτική μορφή της αγάπης. Σκοτώνει τα μικρά κορίτσια και νοηματοδοτεί αυτή της την πράξη ως λυτρωτική αγάπη, για να τα γλιτώσει από την μοίρα τους, την κοινή μοίρα των γυναικών της εποχής. Ο θάνατος εξυψώνει τους ανθρώπους στο ίδιο σημείο, άρει τους διαχωρισμούς και τις διακρίσεις, δεν υπολογίζει τις κοινωνικές κατασκευές και παραμερίζει τις συμβάσεις που φτιάχνουν οι άνθρωποι για να επιβιώσουν. Στον θάνατο είμαστε όλοι ίδιοι, και είναι σαν να μοιάζει το σκληρό του πρόσωπο πιο δίκαιο και πιο ανθρώπινο από τις ανθρώπινες κοινωνικές κατασκευές.

Ζωή σαν θάνατος και θάνατος σαν λύτρωση, σαν το τίμημα δηλαδή για την απελευθέρωση.

 

Μήπως δεν είναι όμως σκληρή η ζωή και για τους άντρες; Μήπως δεν είναι κι εκείνοι έρμαια μιας κοινωνίας πυκνής σε αντιφάσεις και διαχωρισμούς; Μήπως δεν είναι κι εκείνοι υπόδουλοι των δικών τους ρόλων; Τους παρατηρείς στην ταινία να κινούνται σαν βιολογικές οντότητες, αποστασιοποιημένοι από κάθε λογής συναισθήματα. Τουλάχιστον οι γυναίκες υφαίνουν μεταξύ τους ένα δίκτυο επικοινωνίας, στρεβλό βέβαια, αλλά υπαρκτό. Μέσω του οποίου «μαγειρεύουν» τα πάθη τους και επιχειρούν να αντέξουν τις πίκρες και τις ματαιώσεις της ζωής τους. Από την άλλη οι άντρες ως «κυρίαρχοι» των κοινωνικών δομών ασφυκτιούν μέσα στην ισχύ τους και βιώνουν μια ανεξάντλητη υπαρξιακή μοναξιά. Μόνοι και συναισθηματικά ευάλωτοι εργάζονται, τρώνε, πίνουν και κάνουν σεξ, συνθέτοντας μια αποτρόπαια κοινωνική φιγούρα.

Οι άντρες ζουν σε μια ψευδαίσθηση πως μπορούν να ορίσουν τη ζωή και τον θάνατο, ενώ δεν είναι σε θέση να ορίσουν τα ίδια τους τα συναισθήματα. Και μέσα σε αυτή την αντίληψη αντιλαμβάνονται τη γυναίκα ως μέσο συντήρησης και αναπαραγωγής κι όχι σαν αλληλέγγυα πλάσματα στον αγώνα της επιβίωσης και της εξέλιξης των ίδιων και των κοινωνιών τους.

Οι άντρες βιώνουν μια ανελέητη πίεση που τους συνθλίβει στις μυλόπετρες της επιβίωσης. Μοιάζουν σαν τις πέτρες και τα βράχια των βουνών του νησιού τους που στέκονται αγέρωχα, σκληρά, μα και μοναχικά απέναντι στις αντιξοότητες του αέρα, της βροχής και της κάψας του ήλιου. Οι άντρες εκείνης της γενιάς -όπως και πολλοί άλλοι πολλών γενιών- στερούνται του χαδιού και της αγάπης που κουβαλά η γυναίκα και η μητέρα.  Το πετσί τους γίνεται τραχύ για να αντέχει και η καρδιά τους σκληραίνει για να μπορούν να γίνουν το πέρασμα προς την επιβίωση για όλη την οικογένεια.

Στην ταινία δεν ξέρεις ποιον/α να πρωτολυπηθείς και για ποιο πράγμα να συμπονέσεις πρώτα. Όλα κινούνται σε ένα δραματικό φόντο που αποκλείει τις απολαύσεις που έχουν οι απλές ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις, το χάδι, η φροντίδα, ο έρωτας. Άντρες και γυναίκες στον δρόμο μεταξύ θείας και ανθρώπινης ηθικής ανήμποροι να αγαπήσουν ο ένας τον άλλο, στρέφονται με μανία ο ένας εναντίον του άλλου, σε ένα κυριολεκτικό μα και φαντασιακό παιχνίδι επιβίωσης, από το οποίο όμως δεν επιβιώνει κανείς δίχως να τραυματιστεί και να πληγεί συναισθηματικά ή/και σωματικά. Το ίδιο πληγωμένο καθίσταται και το κοινωνικό σώμα, ένα σώμα που κουβαλά στη ράχη του τις διακρίσεις και τους αποκλεισμούς που το ίδιο δημιουργεί, σαν να νοσεί από μια αυτοάνοση ασθένεια.

Το παράδοξο με τις πατριαρχικές δομές είναι πως καταφέρνουν να δημιουργήσουν ένα αέναο διαγενεακό τραύμα, το οποίο μεταλλάσσεται σε μίσος και σκληρότητα ή γίνεται σιωπή, στις περιπτώσεις που δεν επουλωθεί. Σε κάθε περίπτωση στην ταινία αναδεικνύεται μεταξύ άλλων η πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων και φωτίζονται κάποια από τα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα, όπως μεταξύ άλλων η έμφυλη βία, η δύναμη των προκαταλήψεων και η επιρροή που έχουν οι κοινωνικές  διεργασίες στους ανθρώπινους ψυχισμούς, η μοναξιά στον γάμο, η φτώχια, κ.ο.κ..

…Να τη δείτε άμεσα

 

Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2023

Χάσμα γενεών ή "γεννήθηκα στον Βορρά, μεγάλωσες στον Νότο"

Το νέο βιβλίο της Ελισάβετ Μπαρμπαλιού δεν χρειάζεται πολλές συστάσεις, δεδομένου πως η συγγραφέας έχει δώσει τα διαπιστευτήριά της ήδη με το μεγαλειώδες πρώτο της βιβλίο «η επιστροφή του άντρα». Ένα βιβλίο δώρο για την κατανόηση των ανθρωπίνων σχέσεων και του ψυχισμού των αντρών.  

Πλέκοντας η συγγραφέας τις ψυχικές διεργασίες του άντρα και τώρα της γυναίκας υφαίνει το κοινωνικό υπόστρωμα και ζωγραφίζει ανάγλυφα την κοινωνική πραγματικότητα, σε όλες της τις διαστάσεις.  

Θα ήταν επομένως αδικία να ξεδιπλώσουμε εδώ όλες αυτές τις διαστάσεις που καταγράφει η συγγραφέας ώστε να δώσουμε ένα κίνητρο στους αναγνώστες να το αναζητήσουν, κάνοντας απλώς κατανοητό πόσο χρήσιμο και ωφέλιμο θα είναι για αυτούς να το αναζητήσουν.  

Οι συγκλονιστικές σκέψεις που ξεδιπλώνονται για όλα τα παραπάνω ζητήματα εξελίσσονται μέσα από το μεγαλείο και τη μοναδικότητα της σχέσης μάνας – κόρης, κι ο τρόπος που υφαίνεται αυτή η σχέση στο βιβλίο συνιστούν ένα μυητικό διάλογο τον οποίο η συγγραφέας μας χαρίζει απλόχερα. Μια υπαρξιακή μα και καθημερινή συζήτηση μεταξύ δύο γυναικών που ξετυλίγουν τις ψυχές τους και τις ιστορίες τους. Η Ελισάβετ το κάνει με μαεστρία, σχεδόν σκηνοθετικά. Σε βάζει μέσα στο κείμενο σαν να παρακολουθείς ταινία, σαν να έχεις εκεί μπροστά σου τις πρωταγωνίστριες. Κι όχι μόνο αυτές. Μπροστά σου περνούν τα μοτίβα, τα στερεότυπα, οι πεποιθήσεις. Το υπόβαθρο της αφήγησης ξετυλίγεται σε ιστορικό φόντο. Η γενεαλογία, η κουλτούρα, η ιδεολογία και οι κοινωνικές συνθήκες διαπερνούν τους ψυχισμούς των γυναικών και καθορίζουν τους ρόλους και τις συμπεριφορές τους. Οι γυναίκες είναι πλάσματα του καιρού. Διαμορφώνονται κι αυτές μέσα στο ζυμωτήριο των συνθηκών και της ιστορικότητας των γεγονότων. Πλάσματα ίσως αδικημένα μα και δυνατά, πλάσματα όμορφα και γερά μα και υποτιμημένα, πλάσματα σύνθετα, πολύπλοκα μα και συρρικνωμένα από την ιστορία.  

Οι γυναίκες κρατούν στο χέρι τους τη ζωή και το θάνατο, αυτές γεννούν κι αυτές χαιρετούν τον άνθρωπο. Η δύναμη της ζωής και του θανάτου είναι σφυρηλατημένη μέσα της από γενιές πίσω. Μα ο πολεμοχαρής κόσμος δεν άφησε να φανούν τούτες οι αρετές. Υπερίσχυσε η σωματική ρώμη, η βία, ο πόλεμος.  

Οι γυναίκες έχουν στη ράχη τους τα τραύματα αυτού του κόσμου και μοιάζουν σαν να κρατούν σφιχτά μια αλυσίδα που τα κουβαλά από κρίκο σε κρίκο από γενιά σε γενιά.  

Από γενιά σε γενιά λοιπόν είναι η φράση που διατρέχει το βιβλίο, το διαγενεακό τραύμα, οι συνέχειες και ασυνέχειες της ιστορίας, αυτά που πήραμε κι αυτά που δώσαμε.  

Θα σας πω ένα παράδοξο στοιχείο που σκοντάφτει στο χάσμα. Και γιατί παράδοξο, ίσως γιατί ο κόσμος μας είναι πλέον παράδοξος. 

Ακούστε λοιπόν: 

Συνηθίζετε στον δυτικό κόσμο, στις ανεπτυγμένες ας πούμε ΗΠΑ οι γονείς να δίνουν στα παιδιά τους μελατονίνη προκειμένου να κοιμηθούν. Ο σύγχρονος αγχωτικός τρόπος ζωής, η υπερδιέγερση του ανθρώπινου εγκεφάλου και ψυχισμού από τις πολλές κι ασύνδετες πληροφορίες και σαφώς η φωτεινότητα της οθόνης δεν επιτρέπουν στα παιδιά και στους νέους έναν ήσυχο ύπνο.  

Από το «κοιμήσου αγγελούδι μου και κάνε νάνι νάνι» φτάσαμε στο πάρε μελατονίνη μπας και κοιμηθείς… αυτό κι αν συνιστά χάσμα μεταξύ της τωρινής γενιάς και των προηγούμενων.  

Η γιαγιά που έλεγε παραμύθια, τα παιδιά που κοιμόντουσαν στο ίδιο δωμάτιο που οι ενήλικες έλεγαν ιστορίες, η μητέρα που είχε όλο τον χρόνο να σκύψει πάνω από το παιδί και να το νανουρίσει, διαβάζοντας παραμύθια και ψιθυρίζοντας ιστορίες και τραγουδάκια, μοιάζουν πλέον σαν μακρινές αναμνήσεις. Η οθόνη παίζει τον αντίστοιχο ρόλο της γιαγιάς, της μητέρας, του μύθου και της ιστορίας.  

Μοιάζει οι ανθρώπινες σχέσεις να ορίζονται πλέον από τις εξωτερικές τους συνιστώσες και πάντα να διαμεσολαβούνται από κάτι που συμβαίνει έξω από αυτές, όπως στην περίπτωση της χρήσης μελατονίνης που έρχεται απ’ έξω (από την επιστήμη ή την πολιτική ή από οπουδήποτε αλλού) να υποκαταστήσει το ανθρώπινο χάδι και τον ανθρώπινο λόγο…  

Το χάσμα των γενεών που αποτελεί τον πυρήνα αυτού του βιβλίου από το οποίο εξελίσσονται κυκλικά όλες οι παράμετροι των ανθρωπίνων σχέσεων, αποτελεί μια αναγκαία και ουσιαστική συνθήκη, προκειμένου να υπάρχει εξέλιξη. Η ανάγκη και η επιθυμία των νέων για διαφοροποίηση οδηγεί στην σύγκρουση με το παλιό και στην ονειροπόληση του καινούργιου. Δίχως το κενό του χάσματος δεν υπάρχει μετάβαση. Ωστόσο πάντα ο κίνδυνος είναι να παραμείνουμε περισσότερο από όσο αντέχουμε στο κενό και να χάσουμε την δημιουργικότητά μας, να μείνουμε εκεί βαλτωμένοι.  

Γιαυτό μεταξύ άλλων έχουμε ανάγκη από τέτοιου είδους βιβλία, τα οποία φωτίζουν τον δρόμο για την συνέχεια της πορείας μας… 

Η Ελισάβετ λοιπόν σε αυτό το βιβλίο, όπως και στο προηγούμενο,  χρησιμοποιεί άμεσο λόγο και είναι πολύ γενναιόδωρη με τους αναγνώστες της, μην σας τρομάζει επομένως ο όγκος του βιβλίου, θεωρήστε το ένα δείγμα της δοτικότητάς της και της βαθιάς της επιθυμίας να μοιράζεται.  

Δεν μένει στη θέση του ειδικού και μας μιλάει από καρδιάς ενώ παράλληλα οι πληροφορίες και οι γνώσεις που μας μεταφέρει είναι φιλτραρισμένες μέσα από το βλέμμα της ειδικού. 


Θα προσπαθήσω επιγραμματικά και τσιγκούνικα να μεταφέρω κάποια από τα λεγόμενα του βιβλίου:  

Οι συνειδητοποιήσεις για τον εαυτό μας, για τις επιλογές μας και για τις αποφάσεις μας είναι το βασικό κριτήριο για μα συνειδητοποιημένη ζωή. Καμιά φορά δεν έχει τόση σημασία το γίγνεσθαι των πραγμάτων αλλά πως φτάσαμε ως εκεί και πόσο αυθεντικά καταφέρνουμε να ζούμε μέσα σε αυτό το γίγνεσθαι των πραγμάτων. Η συγγραφέας μιλά σχεδόν αυτοβιογραφικά και μέσα τόσο από την κατάδυση στον εαυτό, όσο και από την διαλεκτική σχέση με την κόρη μας μεταφέρει τον πλούτο που κουβαλούν οι εμπειρίες όταν μετουσιώνονται σε γνώση, γιατί δίχως γνώση η άνθρωποι οδηγούνται σε απόγνωση, την βάση όλων των ψυχικών ασθενειών. Λέει η συγγραφέας «Θα σου δείξω κι εγώ τις δικές μου πληγές και τα τρόπαια μου. Αυτά που μου κληροδότησε η γιαγιά σου και αυτά που απέκτησα μόνη μου, με κόπο και προσπάθεια. Πολλά από αυτά τα έχεις δει, τα έχεις νιώσει ήδη».  

Και δεν φοβάται να εκτεθεί (βασικό προνόμιο ενός καλού ψυχοθεραπευτή) και να αγγίξει και να φωτίσει τις δικές της εμπειρίες για το δικό της περπάτημα στη ζωή. Εμπειρίες που μας αφηγείται απλόχερα  «Άκουγα τους φίλους μου να κάνουν τις επιλογές τους, ανταποκρινόμενοι ίσως στα όνειρα και τις προσδοκίες των ταλαιπωρημένων γονιών τους και μέσα μου ψιθύριζα: Εγώ θα ήθελα κάτι άλλο… κάτι άλλο, ώσπου κάποια μέρα έπεσε το μάτι μου στην προτροπή και διαφήμιση κάποιου ιδιωτικού, τότε, κολεγίου με τον τίτλο Γινόμαστε Ψυχολόγοι; Αυτό είναι, είπα, το βρήκα. Ένα επάγγελμα που δεν θα είναι βαρετό, θα έχει ενδιαφέρον και θα δίνει νόημα στη ζωή μου. Τώρα που το καλοσκέφτομαι, θεωρώ ότι το τραύμα της απώλειας κατά την βρεφική μου ηλικία, καθώς και ο υπεύθυνος ρόλος που μου απέδωσαν η μητέρα μου και οι δάσκαλοί μου με οδήγησαν να διοργανώσω ομαδικά παιχνίδια μοιράσματος και αλληλεγγύης, ενώ στην ενήλικη ζωή, μέσα από τον επαγγελματικό μου ρόλο, να δουλεύω ακούραστα κόντρα στον ανθρώπινο πόνο, φροντίζοντας τις ανθρώπινες σχέσεις».  


Ένας τρόπος για να ανοίξει ένας διάλογος με τις επόμενες γενιές είναι αυτός που εξελίσσεται στο βιβλίο, δηλαδή η ευθύνη να μοιραζόμαστε με τα παιδιά μας τις εμπειρίες μας και να τα ακούμε, διότι μόνο έτσι κι εκείνα θα μοιραστούν τις δικές τους εμπειρίες μαζί μας και θα μας ακούσουν. Η συγγραφέας ανοίγει ένα νέο (αλλά που έρχεται από παλιά) δρόμο διαγενεακών σχέσεων και προτάσσει μια νέα κουλτούρα διαγενεακότητας. Και μας υπενθυμίζει την αναγκαιότητα της διασύνδεσης των γενεών, μέσω των σχέσεων, των αλληλεπιδράσεων, της δημιουργικότητας κι όχι μόνο διαμέσου των τραυμάτων, των εξαρτήσεων και των αναγκαιοτήτων.  

Η μία γενιά έχει να εμπλουτίσει την άλλη με την πείρα και τον ενθουσιασμό αντίστοιχα. Και χρειάζεται να μας γίνει σαφές πως καμιά γενιά δεν μπορεί να σταθεί μόνη της ενώπιον των μεγάλων υπαρξιακών δεδομένων. Οι νέοι έχουν ανάγκη τις αφηγήσεις μας για τον κόσμο που υπήρξε πριν από αυτούς, νιώθουν έτσι να εντάσσονται σε ένα μακρύ ιστορικό πλαίσιο. Και οι μεγαλύτεροι έχουν ανάγκη τη φρεσκάδα των νέων, τόσο για να αναστοχαστούν πάνω στις εμπειρίες τους, όσο και για να απαλύνουν την αίσθηση της ματαιότητας που μπορεί κουβαλούν τα χρόνια τους. 

Κι όσο μικρότερο είναι το λεγόμενο χάσμα των γενεών (το κατά τα άλλα αναγκαίο ως μια γέφυρα που οδηγεί σε κάτι νέο) τόσο περισσότερο συμπαγείς είναι οι κοινωνικές μας αναφορές…  

Ωστόσο όπως λέει η ίδια οι νέες κοινωνικές συνθήκες τείνουν να απομονώσουν την μία γενιά από την άλλη. «Χάσμα γενεών, βλέπεις, εντοπίζεται παντού, όπως λόγου χάρη στο πως εκπαιδεύονται και μορφώνονται οι γενιές, ειδικά με τις ραγδαίες αλλαγές που γίνονται στο πεδίο της πληροφορικής και του διαδικτύου.  «Οι λόγοι θεωρώ ότι είναι κι άλλοι πολλοί. Το εκπαιδευτικό σύστημα, για παράδειγμα, που δίνει βαρύτητα στην βαθμοθηρία περισσότερο και στην επαγγελματική επιτυχία παρά στη γνώση, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για αυτό. Η έλλειψη γενικότερης παιδείας διαφαίνεται εκεί. Οι νέοι στην προσπάθειά τους να επικοινωνήσουν με όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο γύρω τους, περνούν ατελείωτες ώρες στο φείσμπουκ, το ίντσταγκραμ και το τικ τοκ, ενώ όταν ψάχνουν κάποια πληροφορία απευθύνονται στο διαδίκτυο (κι όχι συμπληρώνω στην εμπειρία των παλιοτέρων, αντλούν δηλαδή την γνώση από άυλες μορφές επικοινωνίας κι όχι μέσω των σχέσεων), διαλέγοντας έναν εύκολο και γρήγορο τρόπο, παρά στα βιβλία. Ο ρόλος των μίντια στις ανθρώπινες σχέσεις τείνει να γίνει έτσι καταστροφικός, ενώ θα μπορούσε να έχει θετικότατη επίδραση».  

Τέλος, κάνω ιδιαίτερη μνεία στο κεφάλαιο «ο πλάτανος και η πηγή» στο οποίο καταγράφει συνοπτικά τη γνώση που μας μεταφέρει στο πρώτο της βιβλίο στην επιστροφή του άντρα. Αφορμή είναι ένα πλατάνι που φύτεψε ο πατέρας της γιαγιάς της όταν ήταν παιδί, ένα πλατάνι που γύρω του έρεε μια γάργαρη πηγή. Ένα πλατάνι που διασυνδέει την ιστορία της οικογένειας και ειδικά των αντρών μια κι όπως λέει ο πλάτανος έχει μια στιβαρότητα σαν κι αυτή του άντρα της παράδοσης. Και η πηγή από δίπλα ως σύντροφος στο μεγάλωμα, αλλά και στην επούλωση των πληγών, μια που το νερό έχει πάντα ιαματικές ιδιότητες και συμβολίζει την ροή της ζωής. ανάγνωση

Αυτά δεν θα προδώσω κάτι άλλο από το βιβλίο, προτρέπω όμως να συναντηθείτε μαζί του και αφού το διαβάσετε, να το αξιοποιήσετέ ως εργαλείο κατανόησης των δικών σας βιωμάτων…