Αν προσέξει κανείς τις ελληνικές ταινίες
του παλιού καλού ελληνικού κινηματογράφου, ή τα κλασσικά παραμύθια, θα διαπιστώσει
ότι τα πάντα σταματούν στον γάμο. Πολλές, ευχάριστες ή δυσάρεστες ιστορίες αλλά
πάντα ρομαντικές κάνουν λόγο για αγαπημένα ζευγάρια που μέσα σε συνθήκες άλλοτε
δύσκολες και άλλοτε κωμικές καταφέρνουν, παλεύοντας με θεούς και δαίμονες, να
παντρευτούν. Και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.
Πουθενά δεν γίνεται λόγος για τα
προβλήματα που αντιμετώπισαν τα ερωτευμένα ζευγάρια όταν έγιναν γονείς.
Η
στιγμή που γίνεσαι γονιός είναι μοναδική. Τα συναισθήματα έντονα και πλούσια.
Τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις τεράστιες. Ξαφνικά αλλάζει ρότα η ζωή σου.
Έξυπνη ήταν μια διαφήμιση της τηλεόρασης. Έδειχνε ένα νέο άνθρωπο που μόλις
έγινε πατέρας χρησιμοποιώντας την εξής ατάκα: πριν σε λέγανε Νίκο, τώρα μπαμπά.
Είναι ο σημερινός άνθρωπος όμως προετοιμασμένος για αυτή την αλλαγή; Ξέρει τι πρέπει να κάνει, του το έχει δείξει
κάποιος; Και μη μου πείτε ότι φτάνει
μόνο το ένστικτό.
Ένα ρόλο στην εκμάθηση του γονεϊκού ρόλου παίζουν σήμερα οι
γονείς του ζευγαριού, που από την μια η συμβολή τους είναι χρήσιμη από την άλλη
αυξάνουν την πολυπλοκότητα στις σχέσεις και αυτό στην εποχή μας δημιουργεί
περισσότερα προβλήματα από αυτά που λύνει. Σημαντική είναι επίσης η υποστήριξη
των παιδιάτρων. Και αυτή όμως σταματά σε πρακτικές συμβουλές και έλεγχο της
σωματικής υγείας του παιδιού. Απ’ την άλλη οι νέοι γονείς, σήμερα, ρωτούν
απεγνωσμένα γνωστούς και φίλους που έχουν ήδη γίνει γονείς, ξεφυλλίζουν ειδικά
περιοδικά, παρακολουθούν τηλεοπτικές εκπομπές, κ.α. προκειμένου να μάθουν κάτι.
Δεν είναι όμως σίγουροι για αυτά που ακούν, άσε που τις περισσότερες φορές
είναι αντιφατικά. Άλλα λέει το mega, άλλα ο Αντένα,
άλλα το περιοδικό, άλλο η φίλη μου η τάδε, άλλο η φίλη μου η δείνα. Μοιάζουν λοιπόν οι γονείς ανοχύρωτοι μπροστά
στον σημαντικότερο ίσως ρόλο τους στη ζωή. Και ανεκπαίδευτοι. Ακόμη και
ηλεκτρονική υπολογιστή για να μάθεις θες ένα τρίμηνο εξάσκησης, για να γίνεις
γονιός δεν κάθεσαι ούτε μια μέρα στα «θρανία», συνηθίζουν να λένε. Μοιάζουν επίσης και μπερδεμένοι.
Δεν ξέρουν που να δώσουν προτεραιότητα. Δουλειά, επιβίωση, καριέρα, ανατροφή και
κοινωνικοποίηση των παιδιών τους, όλα είναι στο μυαλό τους ανακατεμένα. Από την
άλλη έχουν ξεχάσει πως είναι να είσαι παιδί. Βλέπεις το άγχος και η ρουτίνα της
καθημερινότητας δεν τους το επιτρέπουν.
Να είσαι γονιός, λοιπόν, είναι μια
δύσκολη υπόθεση. Απαιτεί διάθεση αλλαγής και προσαρμογής σε νέα δεδομένα από
την περίοδο της σύλληψης ακόμη και τουλάχιστον ως την ενηλικίωση του παιδιού.
Βέβαια για να μη γελιόμαστε σήμερα στην Ελλάδα η ενηλικίωση αργεί να έρθει
επιμηκύνοντας την περίοδο των άμεσων γονεϊκών ευθυνών.
Κάθε περίοδος της παιδικής ηλικίας έχει
διαφορετικά χαρακτηριστικά. Διαφορετικές είναι και οι ανάγκες, καθώς και οι
υποχρεώσεις των παιδιών σε κάθε ηλικιακή κατηγορία. Οι γονείς πρέπει να έχουν
την ικανότητα να κατανοούν την αλλαγή φάσης των παιδιών τους, προκειμένου να
προσαρμόσουν τον τρόπο που τα υποστηρίζουν και να επιτρέψουν έτσι το πέρασμα
από την μια φάση στην άλλη και την τελική αυτονόμηση με αποτελεσματικό τρόπο. Η
κάθε φάση, από την γέννηση ως την ενηλικίωση, έχει τις δικές της δυσκολίες.
βέβαια ο λαός μας λέει, μικρά παιδιά, μικρές σκοτούρες, μεγάλα παιδιά, μεγάλες
σκοτούρες. Για να δούμε αν έχει δίκιο. Τα μεγάλα παιδιά είναι οι προέφηβοι και
οι έφηβοι. Η εφηβεία είναι μια περίοδος δεύτερης ευκαιρίας στην ανάπτυξη της
προσωπικότητας ενός παιδιού και χαρακτηρίζεται από έντονες αλλαγές σε βιολογικό
και ψυχοκοινωνικό επίπεδο. Σε κάθε τι έντονο αναπόφευκτες είναι και οι
συγκρούσεις, τόσο οι εσωτερικές, όσο και με το εξωτερικό περιβάλλον. Το άμεσο
εξωτερικό περιβάλλον των εφήβων είναι η οικογένειά τους. Δεδομένο είναι λοιπόν
πως εκεί θα ξεσπάσουν οι περισσότερες συγκρούσεις. Και εκεί χρειάζεται,
καταρχήν, ο έφηβος να μάθει να τις διαχειρίζεται. Αν το οικογενειακό του
πλαίσιο δεν επιτρέπει την οριοθετημένη έκφραση αυτών των συγκρούσεων και δεν λειτουργεί
υποστηρικτικά και εκπαιδευτικά προς τον έφηβο, τότε ενδεχομένως να
παρουσιαστούν προβλήματα τόσο στην αναπτυξιακή πορεία του έφηβου, όσο και στις
σχέσεις του με τους γονείς του.
Ας δούμε πιο συγκεκριμένα ποιος πρέπει
να είναι ο ρόλος των γονέων που τα παιδιά τους είναι στην εφηβεία: ο έφηβος σε
αυτό το στάδιο της ζωής του έχει τη μεγαλύτερη ανάγκη για ένα σταθερό πλαίσιο
και όρια. Επειδή είναι σε φάση αμφισβήτησης των οικογενειακών και κοινωνικών
δεδομένων, χρειάζεται αυτή την διάθεση αμφισβήτησης να την περάσει έχοντας
βιωμένες σταθερές αρχές και αξίες. Η αμφισβήτηση τότε θα βγάλει ένα καινούργιο,
θετικό, σταθερό και προσαρμοσμένο στις ανάγκες του έφηβου πλαίσιο αρχών και
συμπεριφορών και όχι ένα ασαφές και ευάλωτο πλαίσιο.
Ο έφηβος χρειάζεται ικανούς και δυνατούς
γονείς. Γονείς που θα αντέξουν την αμφισβήτηση. Γονείς που το πλαίσιο αρχών και
αξιών που προτείνουν στα παιδιά τους, κάνει νόημα και στους ίδιους, είναι στη
δική τους φιλοσοφία για τη ζωή και το εφαρμόζουν στα μικρά και καθημερινά γεγονότα.
Ο έφηβος χρειάζεται γονείς που δεν έχουν
ανάγκη τα παιδιά τους. Δεν περιμένουν μέσω αυτών να εκπληρώσουν δικές τους
προσδοκίες. Χρειάζεται γονείς που θα εκπαιδεύσουν, θα καθοδηγήσουν και θα
ελέγξουν τα παιδιά τους με στόχο να τους επιτρέψουν, στην ενηλικίωση, να φύγουν
από την πατρική οικογένεια, να αυτονομηθούν και να χτίσουν τις προϋποθέσεις για
την προσωπική τους οικογένεια.
Σήμερα πολλές οικογένειες συντηρούν –
οικονομικά και συναισθηματικά - τα παιδιά τους και μετά την εφηβεία.
Παρατείνεται έτσι η διαδικασία αυτονόμησης του νέου ανησυχητικά. Οι λόγοι
πολλοί. Κοινωνικοί, οικονομικοί μα κυρίως οικογενειακοί. Οι γονείς πιστεύουν
ότι τα παιδιά τους δεν θα καταφέρουν να αντεπεξέλθουν στις ευθύνες της ζωής
τους χωρίς αυτούς. Έτσι επιχειρούν να τα πατρονάρουν συνέχεια – τουλάχιστον όσο
ζουν. Ακόμα και αν χωροταξικά φύγει ο νέος από την πατρική εστία, η
συναισθηματική εξάρτηση μπορεί να υφίσταται. Χαρακτηριστικά είναι τα
παραδείγματα όπου οι γονείς επεμβαίνουν στη ζωή του παιδιών τους (από το που
πάει, με ποια βγαίνει, ποια θα παντρευτεί, πώς θα γίνει η τελετή του γάμου,
μέχρι πως θα μεγαλώσει τα παιδιά του, κ.α), στερώντας την αυτονομία των παιδιών
τους, τα οποία βεβαίως ανέχονται την κατάσταση αυτή με ανταλλάγματα (π.χ. οι
παππούδες κρατούν τα εγγόνια, τσοντάρισμα ή αγορά ενός καινούργιου αυτοκινήτου,
οικονομική βοήθεια, κλπ).
Ο έφηβος χρειάζεται γονείς με κατανόηση.
Να συναισθάνονται την ψυχολογική κατάσταση του παιδιού τους. Να έχουν
διαμορφωμένη από πριν μια ανοιχτή σχέση εμπιστοσύνης με το παιδί τους. Γονείς
που δεν μπερδεύουν τις ευθύνες τους με αυτές των παιδιών τους. Που απαιτούν ξέροντας τις δυνατότητες του παιδιού
τους. Που είναι έτοιμοι να υποστηρίξουν τον νέο σε ότι δύσκολο του συμβεί.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της εφηβικής εγκυμοσύνης, όπου η έφηβη κόρη
φοβάται να το εμπιστευθεί στους γονείς της.
Δύσκολο, λοιπόν, να είσαι γονιός. Και
μάλιστα στο τελικό στάδιο, αυτό της εφηβείας, όπου «κρίνεται» και η δουλειά που
έκανες στην διαπαιδαγώγηση και κοινωνικοποίηση των παιδιών σου. Τότε που θα
δεις το βλαστάρι σου να κάνει τα πρώτα «βήματα» στη ζωή αυτόνομα. Τότε που θα
πρέπει να αντέξεις να τον δεις να «πέφτει» και να «ματώνει» χωρίς να σε έχει
δίπλα του. Τότε που μπορεί, ανάλογα με τα εφόδια που του έδωσε η οικογένεια, να
τον δεις να τα καταφέρνει, να στήνει την προσωπική του ζωή δύσκολα,
αγκομαχώντας αλλά ανοδικά, ή να μην τα καταφέρνει.
Τα περισσότερα προβλήματα που
παρατηρούνται στη φάση της εφηβείας οφείλονται στην αδυναμία των γονιών να
επιτρέψουν τα παιδιά τους να φύγουν και στην αδυναμία των παιδιών να
αυτονομηθούν. Για ποιο λόγο δεν επιτρέπουν οι γονείς αυτή την μετάβαση; Είναι πού απλό. Καταρχήν δεν την επιτρέψανε
σε κανένα στάδιο της αναπτυξιακής πορείας του παιδιού τους. Είναι οι
υπερπροστατευτικοί γονείς, που δεν μάθανε στο παιδί τους, παραδείγματος χάρη,
να βγάλει την πάνα ακόμα και στα τρία, τέσσερά του χρόνια, που ανεχότανε το
παιδί να τα κάνει πάνω του, που επιτρέπανε στο παιδί τους να κοιμάται στο
κρεβάτι τους, που αργότερα «τα διαβάζανε» για το σχολείο, τους επιτρέπανε το ξενύχτι
στο σπίτι ή μαζί τους, γιατί πρέπει να ξεσκάσουν και αυτοί κ.ο.κ. Είναι οι
γονείς που δεν είδανε τα παραπάνω ως σύμπτωμα μιας ευρύτερης οικογενειακής
δυσλειτουργίας, αλλά ρίξανε τις ευθύνες στα «κακά» παιδιά τους. Είναι οι γονείς
που δεν φροντίσανε τη μεταξύ τους σχέση και επικεντρώσανε την προσοχή τους στο
μεγάλωμα των παιδιών. Έτσι τα παιδιά γίνανε το νόημα της ζωής τους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα ζευγάρια που όταν τα παιδιά τους φτάσουν στην
εφηβεία, χωρίζουν γιατί δεν υπάρχει πλέον λόγος να είναι μαζί. Είναι γονείς που
δεν καταφέρανε να γίνουν θετικά πρότυπα αλλαγής για τα παιδιά τους. Που
φοβηθήκανε την προσωπική αλλαγή και αρκεστήκανε σε ένα συμβατικό γάμο. Που δεν
καταφέρανε να οριοθετήσουνε την προσωπική τους οικογένεια από τις «γνώμες» των τρίτων,
κυρίως των συγγενών, κ.ο.κ.
Γίνεται ακόμα πιο δύσκολος, στην
σημερινή κοινωνία, ο ρόλος του γονιού
ενός έφηβου μια και οι πληροφορίες και τα ερεθίσματα είναι πολλά. Σε μια
κοινωνία που χάνεις τον μπούσουλα μέσα στην πολυπλοκότητα των συστημάτων που
ανήκεις και των ρόλων που καλείσαι να παίξεις στη ζωή. Σε μια κοινωνία που
τρέχει παραπάνω από ότι μπορεί ένας άνθρωπος. Που τίποτα γύρω μας δεν παραμένει
σταθερό για μεγάλο χρονικό διάστημα, όπως παλιά. Που το πιο σταθερό πράγμα που
έχουμε είναι η αλλαγή, η ικανότητά μας να προσαρμοζόμαστε στις συνεχώς
μεταβαλλόμενες εξωτερικές συνθήκες.
Αυτό που κάνει επομένως δύσκολη την
υπόθεση γονιός, είναι ότι έτσι και αλλιώς είναι δύσκολο να είσαι αυτόνομος
άνθρωπος. Είναι δύσκολο να σχετίζεσαι με τους οικείους σου χωρίς να χάνεις τα
προσωπικά σου όρια και την αυτονομία σου. Είναι δύσκολο να αξιοποιείς την
συνύπαρξη ως κινητήρια δύναμη προσωπικής αλλαγής. Είναι δύσκολο να αξιοποιείς
τα μηνύματα και τα ερεθίσματα της σημερινής εποχής, χωρίς να σε παρασύρουν αλλά
να τα φιλτράρεις προς όφελος σου. Είναι δύσκολο, σήμερα, να μην είσαι μόνος
ακόμα και αν γύρω σου βρίσκονται πολλοί άνθρωποι.
Η οικογένεια χρειάζεται, λοιπόν, για να λειτουργεί ως φορέας αξιών, να παρέχει
αγάπη αλλά και όρια, την αίσθηση του «ανήκειν» αλλά και του διαφορετικού,
δηλαδή της προσωπικής ταυτότητας και αυτονόμησης του κάθε μέλους. Και όλα αυτά
κάτω από την σκέπη ενός βασικού σκοπού. Γιατί ο σκοπός παράγει αξίες, και οι
αξίες ρόλους και όλα αυτά με τη σειρά τους παράγουν κανόνες συμπεριφοράς που υπηρετούν
τον σκοπό για τον οποίο φτιάξαμε την οικογένειά μας.
Στις μέρες μας, λοιπόν, βασικός σκοπός
της οικογένειας, ως ένα σύστημα, ένα εργαστήρι ζωής, είναι η ψυχοκοινωνική
επιβίωση και ανάπτυξη των μελών της. Και το βασικό της έργο να δίνει στα μέλη της
την αίσθηση του «ανήκειν» και να καλλιεργεί την προσωπική αυτονομία (και
ανήκεις και είσαι αυτόνομος). Στην οικογένεια, προκειμένου να επιτελέσει
αποτελεσματικά το σκοπό της σύστασής της, χρειάζεται τα δύο υποσυστήματα της –
οι γονείς και τα παιδιά – να είναι σαφώς οριοθετημένα και να παραμένει το
καθένα στο έργο που έχει να επιτελέσει : το μεν υποσύστημα των γονιών, να
μεγαλώσει και να αφήσει τα παιδιά να φύγουν και το υποσύστημα των παιδιών, να
εκπαιδευτεί και να φύγει.
Όπως συνηθίζω να λέω στους γονείς που
βλέπω στη θεραπεία, τα παιδιά μετά την εφηβεία, όταν ενηλικιωθούν, σαφώς και
εξακολουθούν να είναι παιδιά σας, δεν είναι όμως οικογένειά σας. Αυτό είναι μια
βασική αξία για την σημερινή οικογένεια, γιατί βάζει σε άλλη βάση την έννοια
της αλληλεξάρτησης – των σχέσεων δηλαδή και τη σύνδεση των γενεών στο ευρύτερο
οικογενειακό σύστημα - και τη διαφυλάσσει από τον κίνδυνο των συγχωνευμένων ή
αποστασιοποιημένων εξαρτημένων σχέσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου