Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2021

Διεθνής Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών


Ο σεβασμός, η ισοτιμία και η αλληλεγγύη των δύο φύλων θα κάνει τον κόσμο μας καλύτερο


Eίν’ ακριβός ο αέρας που φτύνεις,

ακριβό το ποτό και το πίνεις.

Τρύπιες τσέπες και μακό φανελάκι,

είν’ ο κόσμος μπουκιά και φαρμάκι,

είν’ ο κόσμος δροσιά κι αεράκι.

Λύσσα ο έρωτας, χάδι ο έρωτας,

κόκκινα μάτια μου μη με ρωτάς.

Στα 17 σου πηδάς το καλάμι,

στα 19 σου κανείς δε σε πιάνει.

Τρεκλίζεις στο δρόμο, μεθάς με τον πόνο·

σε λίγα χρονάκια δεν ξέρεις πού πας.

Ενήλικο μούτρο ανοίγεις γραφείο.

Tα πεντοχίλιαρα μυρίζουν αιδοίο.

Γλυκά νανουρίζεις το ρήγμα π’ ανοίγει,

το ξέρεις καλά η ζωή σου έχει φύγει·

συμβόλαιο στο πάθος που λήγει.

Θηλιά ο έρωτας, ανάγκη ο έρωτας,

καμμένα μάτια μου μη με ρωτάς.

Τρεκλίζεις στο δρόμο, μεθάς με τον πόνο·

φοβάσαι και ξέρεις πού πας.

Όλοι οι καριόληδες μια εταιρία.

Σάπια ηλικία και αδυναμία.

Γελάει ο χρόνος και λάμπει ανθισμένος

στο δρόμο σκοτώνει κι είναι κερδισμένος.

Σπάει το νήμα κι αναρωτιέσαι:

τόσα χρονάκια γιατί να τραβιέσαι;

Στάχτη ο έρωτας, μνήμη ο έρωτας,

γέρικα μάτια μου μη με κοιτάς.

Τρεκλίζεις στο δρόμο, μεθάς με τον πόνο·

σε λίγα χρονάκια το ξέρεις γερνάς.

Καληνύχτα μαλάκα η ζωή έχει πλάκα,

έχει γούστο και φλόγα

είναι κάτι σαν ρόδα:

σε πατάει και σε παίρνει,

μόνο ίχνη σου σέρνει.

Στιχουργός: Σωκράτης Μάλαμας 

Με φόντο την υγειονομική κρίση της πανδημίας του covid-19, ο οποίος έχει αναμοχλεύσει μύχιες αγωνίες και υπαρξιακά ζητήματα, έχουν αρχίσει να σπάνε διάφορα αποστήματα που είχαν δημιουργηθεί στο υπόστρωμα της κοινωνίας μας, αλλά ήταν κατά κάποιο τρόπο συγκεκαλυμένες. 

Ένα από αυτά τα φαινόμενα που αποκτούν δυστυχώς πανδημικό χαρακτήρα είναι η άσκηση βίας και η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, ο βιασμός εις βάρος γυναικών σε χώρους του αθλητισμού, του θεάτρου, τα ενδοοικογενειακά φαινόμενα βίας και κακοποίησης, κ.α. Φαινόμενα που εκφράζουν την κοινωνική παθογένεια της πατριαρχικής λογικής που διέπει εν πολλοίς την ελληνική κοινωνία, καθώς και της αρρωστημένης λογικής ορισμένων ανθρώπων που κατέχουν «θέσεις» εξουσίας. Η πατριαρχία σε πολλές περιπτώσεις διαμορφώνει, υποσυνείδητα ή και συνειδητά το περίγραμμα των κοινωνικών σχέσεων και διαμορφώνει την κουλτούρα των φύλων και ειδικότερα τον τρόπο που κατανοείτε και χτίζετε η αρρενωπότητα. Μην ξεχνάμε πως στις πατριαρχικές δομές υπάρχει μια κανονικοποίηση της βίας (Η βία και η εξουσία του Πατέρα, του Κράτους, των Θεσμών, κ.ο.κ.), ώστε αυτή να θεωρείται εργαλείο κοινωνικής συμμόρφωσης. Αυτή η μορφή βίας γεννιέται μέσα στα πλαίσια των σχέσεων εξουσίας όπου αυτός που την κατέχει δύναται να την ασκεί κατά το δοκούν. 

Αυτή η διάχυση της κουλτούρας του ισχυρού με τρομάζει και κυρίως η γιγάντωση της συναισθηματικής ανοσίας όσων την κουβαλούν έναντι του τρόμου και της απόγνωσης των θυμάτων τους. Σαν αυτό που τους θρέφει να είναι μόνο ο φόβος των θυμάτων. Στο πλαίσιο αυτής της εξουσιαστικής κατανομής ισχύος, αναδύεται και μια μορφή  αρρωστημένης σεξουαλικότητας, η οποία έχει χτιστεί πάνω στην κουλτούρα της πατριαρχίας και της αρρενωπότητας ως το κυρίαρχο στοιχείο της φύσης των πραγμάτων. Μιας εξουσιαστικής αρρενωπότητας που υφαίνει προσωπικότητες άκαμπτες, μα κατά βάση εύθραυστες, αλλά παράλληλα και εν δυνάμει επικίνδυνες. 

Ο βαθμός της επικινδυνότητας βέβαια δεν μας επιτρέπει αυτόματα να περιγράψουμε ένα συγκεκριμένο προφίλ που χαρακτηρίζει τους θύτες, μπορούμε όμως να μιλήσουμε για μια ανακυκλωμένη και ανατροφοδοτούμενη λειτουργία της βίας. Δηλαδή πολλές φορές ένας βίαιος άντρας έχει κακοποιηθεί ο ίδιος στην παιδική του ηλικία -και γνωρίζουμε πως η κακοποίηση σε αυτή την τρυφερή ηλικία σακατεύει τον ψυχισμό. Ανήμπορο το παιδί – θύμα κακοποίησης για να επιβιώσει ενδέχεται να ταυτιστεί με την εξουσία του θύτη και να επιχειρήσει να «εξιλεωθεί» διαπράττοντας το ίδιο σε άλλους. Η παιδική κακοποίηση δεν αναφέρεται μονάχα στην σεξουαλική, αλλά και σε περιπτώσεις πρώιμης εγκατάλειψης, αδιαφορίας ή και συναισθηματικής ψυχρότητας. Η βία και η επιθετικότητα γίνεται για τους ανθρώπους αυτούς ο συνδετικός κρίκος του κατακερματισμένου ψυχισμού τους και η μόνη στιγμιαία αίσθηση ανακούφισης του τραύματος – και λέω στιγμιαίας διότι και αυτή η συμπεριφορά τους στην ουσία δεν επουλώνει το τραύμα, παρά το κάνει πιο βαθύ. Ο τραυματισμένος ψυχισμός εμποδίζει την ωρίμανση του ανθρώπου, στην ουσία δεν του επιτρέπει την αναγνώριση και εξοικείωση των εσωτερικών του πλευρών, με αποτέλεσμα ένας άντρας για παράδειγμα να ακυρώνει τη θηλυκή του πλευρά, ως αποτέλεσμα της κακής σχέσης με τη μητέρα του και να γίνεται ως εκ τούτου κακοποιητικός με τις γυναίκες. Όπως επίσης να γίνεται εκδικητικός με τα παιδιά του, επειδή και εκείνος ως παιδί υπέστη αντίστοιχες κακοποιητικές συμπεριφορές. Φανταστείτε τώρα λοιπόν σε έναν τέτοιο άνθρωπο να δώσεις μια θέση εξουσίας, η οποία από μόνη της έχει αφροδισιακές ιδιότητες. Και η διέγερση που προκαλεί σε αυτούς τους τύπους δημιουργεί αυταρχικές συμπεριφορές ναρκισσιστικού τύπου, γ…. και δέρνω δηλαδή. Η εξουσία δημιουργεί ένα μαζοχιστικό σύμπλεγμα όπου κάποιος αντλεί ευχαρίστηση μόνο από τον σωματικό ή ψυχικό πόνο που επιβάλλει στους άλλους ή καμιά φορά και στον εαυτό του. 

Από την άλλη τι ακριβώς συμβαίνει στο θύμα; εκεί κυριαρχεί ο φόβος και η ντροπή. Η ντροπή γίνεται εύκολα ενοχή μέσω της χειραγώγησης (του θύτη προς το θύμα, αλλά και της χειραγώγησης που νιώθει το θύμα από τις κοινωνικές προσλαμβάνουσες). Το θύμα νιώθει πως η εξομολόγηση του ένοχου μυστικού θα συμπαρασύρει ολόκληρο το οικοδόμημα των ενδοοικογενειακών, συγγενικών ή άλλων σχέσεων. Επίσης, νιώθει ανήμπορο μπροστά στη δύναμη της εξουσίας που έχει ο θύτης (διαφορά ηλικίας, στάτους, ισχύος οικονομικής, κοινωνικής, κλπ.). Και σε πολλές περιπτώσεις η κακοποίηση μιας εξομολόγησης είναι μεγαλύτερη κι από την κακοποιητική πράξη. 

Στο θύμα επομένως συνδυαστικά, η κακοποιητική πράξη, ο φόβος, η ντροπή και η ενοχή δημιουργούν ένα συμπαγές τραύμα, πιο μεγάλο από την αρχική τραυματική πράξη. Αυτό το διευρυμένο τραύμα φυλακίζει τον ψυχισμό -ειδικά ενός παιδιού και δεν του επιτρέπει την υγιή ωρίμανση. Το τραύμα δημιουργεί μια ρήξη στο βιογραφικό συνεχές των ανθρώπων, συνήθως κάποιος δεν ανασύρει εύκολα μνήμες που έχει πριν το κακοποιητικό γεγονός, (αφαιρεί έτσι ένα μεγάλο κομμάτι του εαυτού του) ενώ το τραύμα σχεδόν κατακλύζει τη ζωή του. Γίνεται πιο μεγάλο από τον ίδιο και ο εαυτός ταυτίζεται με το συμβάν. Το θύμα νιώθει μιαρό και ανεπαρκή. Αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι ο τραυματισμένος ψυχισμός να αναβιώνει -άθελά του- τις τραυματικές συνθήκες και να ζει μέσα σε μια συνθήκη διαρκών τραυματισμών. Ώσπου βέβαια εσωτερικεύει αυτή τη συμπεριφορά και γεννά -ο πληγωμένος ψυχισμός- τα δικά του τραύματα. Σε μια προσπάθεια επαναβίωσης του αρχικού τραύματος, άρα και της δικαίωσής του. 

Θα αναφερθώ σε ένα παράδειγμα από την κλινική μου εμπειρία: μια γυναίκα έχει κακοποιηθεί σεξουαλικά δύο φορές πριν την εφηβεία της. Δεν μπορεί να ανασύρει ακριβώς τα γεγονότα, τα έχει απωθήσει, θυμάται όμως ακόμη, ως πιο τραυματικό, το γεγονός πως «υποχρεούται» να κρατήσει το στόμα της κλειστό, τη πρώτη φορά επειδή ο θύτης την απείλησε πως θα τη σκοτώσει και τη δεύτερη πως θα πληρώσει πολύ ακριβά αν μιλήσει…

Οι δύο παραπάνω φράσεις υφαίνουν ένα τραυματικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο θα χτιστεί η μετέπειτα προσωπικότητα αυτής της γυναίκας, η οποία πέρα από το τραύμα της κακοποίησης και της αδικίας, θα υφάνει ένα φοβικό εαυτό (πάντα θα έχει την αίσθηση πως θα της κάνουν κακό) και πάντα θα πληρώνει για τις αμαρτίες των άλλων (θα γίνει δηλαδή αποδιοπομπαίος τράγος ή κάτι ανάλογο). 

Το θύμα της κακοποίησης καλείται να ζήσει μια ζωή υπό την καθοδήγηση της ενοχής, «φταίω για ότι μου συνέβη, φταίω που δεν μίλησα», κλπ. Η ενοχή καθίσταται μια διαρκής ανοιχτή πληγή, ένα νέο τραύμα που κάνει τον άνθρωπο να υποφέρει. Ένα παιδί επομένως που θα κακοποιηθεί θα καλλιεργήσει ως ενήλικας μια στάση υποταγής έναντι των άλλων, τους οποίους είτε θα τους εξιδανικεύει, είτε θα τους φοβάται προκειμένου να διατηρήσει την αγάπη τους. Και το παράδοξο είναι πως έτσι μόνο νιώθει ότι μπορεί να έχει ένα βασικό έλεγχο του εαυτού του. Το τραύμα δημιουργεί δηλαδή συμμορφωμένους ανθρώπους, φοβικούς, είναι σαν να τους κλέβει την ψυχή τους…

Η συγκεκριμένη γυναίκα μου εμπιστεύτηκε ένα όνειρο: Μπήκε σε ένα ασανσέρ το οποίο ανέβαινε με ταχύτητα προς τα πάνω, ώσπου διαπέρασε με ορμή την οροφή του κτιρίου και συνέχιζε ολοταχώς προς τον ουρανό. Είδε ένα όνειρο που εξέφραζε την απωθημένη επιθυμία της να σπάσει τη σιωπή και να πετάξει προς τα όνειρά της. Σήμερα που συζητάμε είναι σε μια τέτοια φάση ζωής, έγινε ξανά κυνηγός ονείρων και ίσως με τη στάση της να βοηθήσει και άλλους συνανθρώπους μας να διεκδικήσουν το ίδιο για τους εαυτούς τους. Το σπάσιμο της σιωπής της βοηθά όλους εμάς να σπάσουμε το κύκλωμα της πατριαρχίας.

Τι μέλει γενέσθαι λοιπόν με τις καταγγελίες των θυμάτων; Η εξομολόγηση ανακουφίζει τις ψυχές των θυμάτων, αλλά μπορεί να γίνει τραυματική αν δεν αλλάξει το σκηνικό και δεν έχουν την υποστήριξη του περιβάλλοντός τους και της κοινωνίας στο σύνολό της. Το τέλος της πατριαρχίας θα έρθει μέσα από μια διαφορετική παιδεία η οποία δεν θα είναι τιμωριτική, αλλά θα τείνει προς την πνευματικότητα, αλλά κι από έναν άμεσο κοινωνικό έλεγχο, μια μορφή άμεσης δημοκρατίας, όπου σε μικρή κλίμακα τέτοιου είδους φαινόμενα θα αποκλείονται μέσα από τους ισχυρούς ηθικούς κοινωνικούς φραγμούς. Διότι όταν σπάει ένα απόστημα αρχίζει μεν η ίαση, όμως σε αυτή την φάση το σώμα (και σε παραλληλισμό ο ψυχισμός) επειδή είναι εκτεθειμένο και ευάλωτο,  χρειάζεται περισσή φροντίδα και προστασία.

Η μόνη διέξοδος επομένως είναι η ενίσχυση των θεσμών με κυρίαρχο αυτόν της ίδιας της κοινωνίας. Η κοινωνία χρειάζεται να ασκεί κοινωνικό έλεγχο έναντι φαινομένων που διαταράσσουν τον κοινωνικό της δεσμό. Για όλους εμάς, που αποτελούμε μέλη του κοινωνικού σώματος, το σπάσιμο του αποστήματος με την απόπειρα δεκάδων γυναικών να μιλήσουν για την προσωπική τους κακοποίηση, αποτελεί μια μορφή δικαίωσης, μια αίσθηση ανατροπής, πως η τάξη μπορεί να αποκατασταθεί. Η γενναιότητα με την οποία στέκονται οι άνθρωποι έναντι των τραυμάτων τους είναι ένας καλός οδηγός για όλους εμάς προκειμένου να πορευτούμε το δρόμο της ισονομίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης των δύο φύλων. Στον δρόμο αυτό πρέπει όλοι να κάνουμε κουπί, όλοι να δούμε μέσα μας και να επαναπροσδιορίσουμε τα σημαντικά ζητήματα, να θέσουμε εκ νέου το ηθικό και το αξιακό μας πλαίσιο. Οι άνθρωποι που μιλούν εκθέτουν το έκζεμα σε κοινή θέα, αλλά μόνο η κοινωνία και οι θεσμοί της μπορούν να ανατρέψουν τα κακώς κείμενα και να οραματιστούν τα νέα ιδανικά τους.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου