Σάββατο 16 Απριλίου 2016

Κρίση ταυτότητας και στρατηγικές αντιμετώπισης

Αγαπητές φίλες και φίλοι, ζούμε μια φάση απωλειών, φαντασιακών και πραγματικών….
Πραγματικών σχετικά με την μείωση του εισοδήματός μας και την απώλεια της εργασίας και μιας φαντασιακής απώλειας που συνδέεται κυρίως με την κρίση ταυτότητας που διαπερνά τον σύγχρονο Έλληνα.
Για να μπορέσουμε βέβαια να ανιχνεύσουμε τις έννοιες του εαυτού και της ταυτότητας εν μέσω της εν εξελίξει οικονομικής κρίσης θα πρέπει καταρχάς να επικεντρωθούμε στις έννοιες αυτές όπως διαμορφώνονται μέσα στο πλαίσιο της μετανεωτερικότητας, δηλαδή, κυρίως από την δεκαετία του ’80 ως τις μέρες μας.Οι κοινωνικοπολιτικές και τεχνολογικές αλλαγές που σημάδεψαν αυτές τις δεκαετίες ήταν ραγδαίες και άλλαξαν εντελώς την σκηνή του κόσμου.Η βασικότερη πολιτική αλλαγή που σημάδεψε την δεκαετία του ’80 ήταν η κατάρρευση των Σοβιετικού τύπου σοσιαλιστικών δημοκρατιών, που είχε ως αποτέλεσμα την απόλυτη επικράτηση του φιλελεύθερου καπιταλισμού. Η πτώση του τείχους του Βερολίνου που ακολούθησε τρία χρόνια μετά την ιστορική «Περεστρόικα» θα μπορούσε να αποτελεί ένα συμβολικό γεγονός της ενοποίησης του Δυτικού και Ανατολικού κόσμου και το τέλος του ψυχρού πολέμου. Ο χάρτης της Ευρώπης άλλαξε μορφή και η εποχή της παγκοσμιοποίησης (δηλαδή του φιλελευθερισμού) έχει, και πολιτικά, ξεκινήσει.Παράλληλα με τις πολιτικές αλλαγές, η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας της επικοινωνίας και της πληροφορίας διαμορφώνει νέες συνθήκες στην καθημερινότητα των περισσότερων δυτικών ανθρώπων. Η εμφάνιση των νέων τεχνολογιών, και κυρίως του διαδικτύου, είναι καθοριστικής σημασίας γιατί επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην αντίληψη. Ο χώρος απογεωγραφικοποιείται. Η αλλαγή της έννοιας του τόπου συμπαρασύρει και την έννοια του χρόνου. Έχουμε ολοένα και περισσότερο την αίσθηση ότι ο χρόνος τρέχει πιο γρήγορα. Είναι φυσικό, ότι αλλαγές στο επίπεδο της αντίληψης του χωροχρόνου επιφέρουν κι αλλαγές στην αντίληψη του εαυτού και της ταυτότητας. Ο «χώρος» του διαδικτύου, κατάμεστος από μεταφορές, επιφέρει μια “επανάσταση”. Κι αυτό γιατί, όπως αναφέρουν πολλοί θεωρητικοί “η επανάσταση στις μέρες μας θα είναι συμβολική ή δεν θα είναι καθόλου”. Ταυτόχρονα, νέες επιστημονικές θεωρίες εμφανίζονται, όπως η θεωρία του Χάους, ταράζοντας τα νερά στον κόσμο των θετικών επιστημών, ανατρέποντας παλαιότερες θεωρίες και επηρεάζοντας ακόμη και τις κοινωνικές επιστήμες.Η γενετική και η βιολογία, είναι οι επιστήμες που καθορίζουν τις εξελίξεις στο τέλος του 20ου αιώνα. Η πρώτη επιτυχημένη, σε μεγάλο βαθμό κλωνοποίηση ζωντανού οργανισμού, φαίνεται να σπάει τα όρια στη σχέση του ανθρώπου με το Θείο. Ο άνθρωπος, δεν έχει μόνο την γνώση να καταστρέψει την ανθρωπότητα με το πάτημα ενός κουμπιού (ατομική βόβμα), αλλά και να την δημιουργήσει (σε φαντασιακό επίπεδο).Ταυτόχρονα, η μηχανική και η επιστήμη εισβάλλουν στο σώμα. Το κυβερνοσώμα εμφανίζεται με διάφορες μορφές τόσο στην ιατρική, όσο και σε πειραματισμούς που πηγάζουν από την επιθυμία της υπέρβασης των ορίων της ανθρώπινης φύσης. Μπορούμε να διαλέξουμε το φύλο των παιδιών μας, να μεταμορφώσουμε το σώμα μας με πλαστικές εγχειρήσεις ή ακόμη και να αλλάξουμε το φύλο μας.Μέσα σε αυτό το ρευστό περιβάλλον, εμφανίζεται ο μεταμοντερνισμός ως έκφραση αυτής της κατάστασης. Στα πλαίσια του μεταμοντερνισμού λοιπόν η έννοια της ταυτότητας αναφέρεται κυρίως στην διαδικασία της διαμόρφωσης του εαυτού, δηλαδή, η ταυτότητα δεν νοείται ως κατάσταση αλλά ως δυναμική.Η σχεσιακή αυτή αντίληψη της κατασκευής της ταυτότητας συνδέει με ένα δυναμικό τρόπο το υποκείμενο με την ιστορία και την κοινωνία και το βάζει σε συνεχή διαπραγμάτευση και αλληλεπίδραση. Μια αντίληψη που βλέπει το άτομο τόσο ως προϊόν της ιστορίας και της κοινωνίας όσο και δημιουργό τους, οδήγησε το υποκείμενο σε μια άνευ προηγουμένου κατάσταση ελεύθερης επιλογής. Πόσο ελεύθερο είναι όμως το υποκείμενο σε συνθήκες αβεβαιότητας; Και κυρίως τι συμβαίνει όταν η αβεβαιότητα μεταβάλλεται σε ανασφάλεια.
Η εποχή που διανύουμε είναι μία εποχή κρίσιμη, καθώς είμαστε μάρτυρες μίας πρωτόγνωρης αποδόμησης κοινωνικών δομών, αξιών και θεσμών τόσο σε παγκόσμιο, όσο και σε τοπικό επίπεδο.
Η παγκοσμιοποίηση και ο σύγχρονος τρόπος ζωής έχουν δημιουργήσει μια άνευ προηγουμένου, πολιτισμική αλλοτρίωση, και ταυτόχρονα μία σειρά από αντιφάσεις στις κοινωνίες.
Εάν στα παραπάνω προστεθεί η πρόσφατη οικονομική κρίση που υφίσταται το παγκόσμιο πολιτικοοικονομικό σύστημα, τότε είναι επιτακτική τόσο η ανάγκη αναθεώρησης του υφιστάμενου μοντέλου ανάπτυξης, όσο και του τρόπου δόμησης των ανθρώπινων κοινωνιών.
Η πτωχευμένη Ελλάδα των μνημονίων, δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο την οικονομική κρίση, αλλά και πλήθος άλλων χρόνιων προβλημάτων που έχουν συσσωρευτεί στην χώρα εδώ και δεκαετίες (κυρίως μετά την μεταπολίτευση), μια περίοδο όπου αφενός ομαλοποιήθηκε η πολιτική κατάσταση, αφετέρου όμως η δημοκρατία μας απέκτησε ένα παρασιτικό χαρακτήρα καιροσκοπισμού και σαπίλας.
Πως θα αντιμετωπίσει ο Έλληνας αυτή τη νέα κρίση που στη ρίζα της είναι μια κρίση της Ελληνικής ταυτότητας;
Έχει αντιμετωπίσει στο παρελθόν κι άλλες αντίστοιχες κρίσεις. ΝΑΙ. Από Ρωμιός έγινε Έλληνας για παράδειγμα όταν οι φωτισμένοι πνευματικοί ηγέτες της προεπαναστατικής εποχής συνέδεσαν τον έλληνα άνθρωπο με την ένδοξη αρχαιοελληνική του μορφή. Και του έδωσαν μια συνέχεια στο χρόνο, δημιούργησαν μια γέφυρα στην τομή της αδιάλλειπτης πολιτισμικής παρουσίας 7000 χρόνων ελληνισμού στο διεθνές στερέωμα. Το συνεκτικό στοιχείο του ελληνισμού ως και το πρόσφατο ιστορικό μας παρελθόν στηριζόταν σε δύο πόλους το ομόγλωσσο και το ομόθρησκο. Η κοινή γλώσσα προϋποθέτει όμως και τη βιωματική γνώση της ιστορικής μας κουλτούρας και μνήμης. Κάτι που προφανώς δεν καλλιεργείται στην εποχή της στείρας αφενός και παγκοσμιοποιημένης αφετέρου λογικής που διαπερνά την ελληνική παιδεία και εξουσία. 
Η συνέχεια του ελληνισμού απειλείται (το θέτω και σαν ερώτημα).
Και αυτό γιατί ο κάθε πολιτισμός ορίζεται από την συνέχειά του στο χρόνο και τον τρόπο από τον οποίο ορίζει τις μεταβάσεις. Έτσι κι ο Ελληνισμός είναι μια συνέχεια στο χρόνο. Η δημιουργική ενστάλλαξη του παρελθόντος στο σήμερα και στο αύριο κι όχι η μουσειακή αναβίωση του παρελθόντος ή η εργολαβική σχέση με το ένδοξο παρελθόν. Η ταυτότητα του έλληνα σήμερα μοιάζει -και πριν την οικονομική κρίση- να βρίσκεται ενώπιον μιας ρήξης στο ιστορικό και κοινωνικό συνεχές, όμοια με αυτή που καλύτερα μπορούμε να διακρίνουμε στα μεμονωμένα άτομα και τις οικογένειες που δυσκολεύονται να κάνουν την μετάβαση από τις παραδοσιακές νόρμες.
Θα πω ένα παράδειγμα: η δημοκρατία και η ισονομία είναι ένα ΑΙΤΗΜΑ της κοινωνίας, που οι πολίτες χρειάζεται πάντα να ανατροφοδοτούν και να αγωνίζονται για αυτά. Εμείς μοιάζει να τα περιμένουμε να έρθουν έτοιμα στο πιάτο μας, λες και η δημοκρατία είναι κληρονομικό χάρισμα (ε, αφού εμείς την εφεύραμε). Το ίδιο γίνεται και με την ιστορική μας γνώση και κουλτούρα. Μου λένε φίλοι εκπαιδευτικοί πως οι σημερινοί μαθητές είναι αποκομμένοι παντελώς από την ιστορική μνήμη, ωσάν αυτή να είναι προνόμιο μόνο των εθνικιστών.
Κατά ανάλογο τρόπο η ελληνικότητα δεν είναι γονιδιακό σύμπλεγμα που μεταβιβάζεται βιολογικά στους απογόνους. Θέση που κυριαρχεί στο νεοφασιστικό ιδεολογικό μανιφέστο. Ο ελληνισμός είναι προπαντώς βίωμα και στάση ζωής, που αφενός προϋποθέτει τη γνώση του παρελθόντος, αλλά κυρίως γνώση και εκτίμηση των αξιών τόσο στην ατομικότητα όσο και στους θεσμούς.
Κατά κάποιο τρόπο δηλαδή η ταυτότητα του έλληνα και η συνέχειά της, δεν είναι πλέον μόνο ζήτημα φυλετικό, αλλά κυρίως ζήτημα πολιτισμικό.
Με την βέβαιη παραδοχή πως το πολιτικό μας σύστημα είναι σε κρίση, χωρίς όραμα να σέρνεται πίσω από το διεφθαρμένο πελατειακό κράτος, φέρνω τη σκέψη μου σε μας, καθώς η νοοτροπία και η συμπεριφορά ενός έθνους καθορίζονται από την κυρίαρχη κουλτούρα και παιδεία που επικρατεί σε αυτό. Πριν πολλά χρόνια -τα πρώτα της μεταπολίτευσης ο καημός μας ήταν να γίνουμε ευρωπαίοι. Ήταν η εποχή που οι Αθηναίοι γυρνούσαν στα χωριά τους τα σαβατοκύριακα και φτιάχναν εκπολιτιστικούς συλλόγους, για να εκπολιτίσουν τους βάρβαρους χωριάτες (ενώ στην ουσία το κάναν για τη δική τους ψυχική εκτόνωση και αποφυγή της γκρίζας πραγματικότητας της πόλης). Αυτή την εποχή λοιπόν πιστέψαμε πως οι ευρωπαίοι θα εκπολιτίσουν εμάς και θα προστατέψουν τα σύνορά μας -τα σύνορά μας θα είναι όλης της ευρώπης. Η ταυτότητά μας άρχισε να ξεθωριάζει, ό,τι ελληνικό δεν μας χωρούσε πια, θεωρούνταν ντεμοντέ. Έτσι κάπου αφήσαμε και το φιλότιμο, την διεκδίκηση, παράλληλα με τα χωράφια μας (μην ξεχνάτε πως πολλοί έλληνες αγρότες παίρνουν επιδότηση για να μην παράγουν). Και όλα αυτά την στιγμή που είναι ιστορικά καταγεγραμμένο πως στην πολιτική δεν υπάρχουν φιλίες, παρά μόνο συμφέροντα. Κι όταν κάποιος δεν είναι σε θέση να υπερασπιστεί τα συμφέροντα του κανείς δεν θα το κάνει για αυτόν.
Είναι αλήθεια λοιπόν ότι ζούμε μια φάση απωλειών. Είμαστε μια κοινωνία σε κρίση χωρίς εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και στους θεσμούς. Είμαστε σε μια συλλογική διεργασία πένθους και κινδυνεύουμε να πέσουμε σε μια διαδικασία παθολογικού πένθους.
Δηλαδή να εναποθέσουμε την ευθύνη μας στους θεσμούς και μόνο –σε θεσμούς μάλιστα που είναι τραυματισμένοι και ανεπαρκείς.
έτσι, εναποθέτουμε παραδείγματος χάρη, στο χρηματοοικονομικό σύστημα την απληστία και τον φθόνο μας, στα νοσοκομεία τον πόνο, το πένθος, το άγχος του θανάτου και της τρέλλας, στα πανεπιστήμια, το άγχος για την επιβίωση και την άγνοιά μας (όπως λέγαμε στα δικά μου πανεπιστημιακά χρόνια: το θέμα είναι να μπεις στο πανεπιστήμιο, μετά σίγουρα θα βγεις -αξίζεις δεν αξίζεις δηλαδή).
Ήταν στραβό το κλίμα το έφαγε κι ο γάιδαρος!!!
Πάνω στην προσπάθεια μετάβασης από το παραδοσιακό μοτίβο κοινωνικής συγκρότησης και την προσαρμογή σε κάτι νέο, ήρθε μέσω της κρίσης η αντροπή των πάντων: η κατάρρευση του οικογενειακού εισοδήματος, η προϊούσα αύξηση των πάσης φύσεως επιβαρύνσεων προς το κράτος, η αύξηση της τιμής των προϊόντων, η ανεργία να χτυπάει κόκκινο, περιουσίες να εξανεμίζονται, επιχειρήσεις να κλείνουν, εκατοντάδες νοικοκυριά να ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Και κυρίως όλα τα παραπάνω δεν μοιάζει να έχουν ορατό ορίζοντα τέλους. Δεν υπάρχει ορίζοντας προοπτικής… παρά ένας ορατός τρόμος για το τι θα συμβεί στον καθέναν από εμάς.
Το βασικότερο υποπροϊόν της κρίσης ήταν η ανασφάλεια, ένα προϊόν εξώχως τοξικό και βλαπτικό που καταναλώνεται από τους πολίτες με ποικίλα επακόλουθα στη ζωή, στις σχέσεις και στην υγεία τους.
Ενώ αφετέρου όχι μόνο δεν καταπολεμάτε, αλλά επενδύετε διαρκώς στην ίδια την κρίση, ακριβώς επειδή για κάποιους είναι χρήσιμο, δημιουργώντας τις ψυχολογικές προϋποθέσεις για την εδραίωση αλλά και την κοινωνική, οικονομική και πολιτική αναπαραγωγή της.
Θα έλεγα δηλαδή ότι ο τρόμος μπροστά στον κίνδυνο μιας ολικής καταστροφής, και τα διλήμματα που τίθενται (ειδικά πριν την επικείμενη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς και την εκταμίευση μιας δόσης) δεν προκύπτουν μόνο από την καθημερινή εμπειρία μιας ζοφερής συγκυρίας, αλλά συμβάλλουν με τον τρόπο τους στην ίδια την κατασκευή τους.
Με άλλα λόγια αυτός ο τρόμος μοιάζει να εγγράφεται σε μια καλά ενορχηστρωμένη πολιτική.
Αυτή την πολιτική του τρόμου είναι που βιώνουμε το τελευταίο διάστημα στην Ελλάδα, από τότε δηλαδή που η χώρα σύρθηκε στα μνημόνια, στην απώλεια της εθνικής κυριαρχίας και στην οικονομική και κοινωνική καθίζυση.
Η πολιτική του τρόμου όπως την είδαμε να εξελλίσσεται τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, οδήγησε είτε στην αγανάκτηση, είτε στην παθητικοποίηση, στην καταθλιπτικότητα και στην απόγνωση που σε ακραίες περιπτώσεις έχουν ως κατάληξη ακόμη και την αυτοκτονία.
Είναι γεγονός ότι το αίσθημα της ανασφάλειας βρίσκεται πριν από το στάδιο του κοινωνικού πράγματος, του κοινωνικού διακυβεύματος, δηλαδή της ίδιας της σύγκρουσης, της ιδεολογικής αντιπαράθεσης με τον άλλο και την εξουσία. Και είναι γεγονός πως η εξουσία προτιμά την αγανάκτηση από την διεκδίκηση, προτιμά τον φόβο από την οργή.
Ως εκ τούτου η ανασφάλεια έχει να κάνει με έναν ανεκμετάλευτο από τους πολλούς και μη εκμεταλεύσιμο κίνδυνο. Μόνο η εξουσία μπορεί να τον εκμεταλλευτεί υποσχόμενη την αυταπάτη της ανατροπής του, στο όνομα ενός δήθεν δικαιώματος των πολιτών για ασφάλεια.
Δεν είναι το ίδιο πράγμα όμως η αβεβαιότητα. Η αβεβαιότητα απεικονίζει μεν την απουσία σιγουριάς, την απουσία εγγυήσεων, αλλά είναι εκμεταλλεύσιμη. Η αβεβαιότητα σύμφωνη, σύμφυτη με την ίδια τη ζωή παραπέμπει στην αμφιβολία, στο δίλλημμα, στην πολλαπλότητα των επιλογών. Μπορεί κανείς να αντλήσει οφέλη από την αβεβαιότητα, μπορεί κανείς να χτίσει σε αυτήν μια ατομική ή/και συλλογική δράση.
Καλούμασε λοιπόν με πρόσημο την αβεβαιότητα να επενδύσουμε σε μια νέα ηθική που θα αποτυπώνει και θα συμβολίζει τις νέες ανάγκες και θα ορίζει το νέο κοινωνικό διακύβευμα. Μια νέα ηθική που δεν θα αναβλύζει μόνο από ό,τι μας όριζε παλιά, αλλά και από ότι θα συμφωνήσουμε πως μας ενώνει στο παρόν. Σε μια νέα ηθική που θα αναδιαπραγματευτεί τις αξίες, θα μεταβάλλει τους θεσμούς και θα οδηγήσει εν τέλει σε μια διαφορετική ταυτότητα τον Έλληνα. Χρειαζόμαστε μια νέα αφήγηση που θα μιλάει για τους ικανούς, τους σπουδαίους, μια αφήγηση που θα αναδυκνείει την ουσία κι όχι το life style. Μια αφήγηση που θα ξαναχτίσει τις γέφυρες μετάβασης από το άτομο στην συλλογικότητα, που θα ξαναχτίσει οικογένειες που θα παροτρύνουν τα παιδιά τους στο μόχθο και την δημιουργικότητα και όχι σε μια κενή “αυτοεκτίμηση¨, η οποία τροφοδοτείται από τα βλέμματα των άλλων. Είναι λοιπόν καιρός, σε όλα τα επίπεδα, να επουλώσουμε τον κοινωνικό μας ιστό, να μεταφέρουμε το ερώτημα και τις αγωνίες μας από το τι είναι καλύτερο για μένα, στο τι είναι καλύτερο για όλους μας και να κατεβάσουμε τον πήχη από τον πλούτο και την διασημότητα, ανεβάζοντας παράλληλα τον πήχη της ενεργής συμμετοχής μας στην κοινότητα και στην ουσιαστική σύνδεση με τους φίλους και την οικογένεια.
Σε έναν κόσμο που φαινομενικά ολοένα μεγαλώνει, αλλά αισθανόμαστε πως στενεύει, έχουμε ανάγκη ένα περισσότερο βιωματικό τρόπο μεγαλώματος και συνύπαρξης. Και κυρίως, έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλο.  Ας σταματήσουμε να αναλωνόμαστε σε ότι μας χωρίζει και ας κοιτάξουμε τον άλλο στα μάτια. Κι ας κρατήσουμε τις καρδιές μας κοντά και τις απόψεις μας χώρια.
Και κάτι ακόμη, ας μη βιαζόμαστε, ¨άντρα θέλω τώρα τον εθέλω¨ έλεγε μια παροιμία. Στα ζωντανά συστήματα υπάρχει ένας εγγενής χρόνος, απαραίτητος για την ομαλή εξέλιξη των διεργασιών που συντελούνται σε μια κοινωνία. Σήμερα απογυμνωμένοι από την γνώση της παραγωγής και της δημιουργίας έχουμε χάσει την σημασία της έννοιας της διεργασίας, δηλαδή την σημασία του χρόνου και του σκοπού των πραγμάτων.
Πιστεύοντας ακράδαντα πως μόνο μέσα από τις “ρωγμές” –προσωπικές και κοινωνικές- μπορούμε να βρούμε τον δρόμο της ανάπτυξης (συναισθηματικής, κοινωνικής, οικονομικής, πολιτισμικής), είναι ευκαιρία σήμερα, έπειτα από επτά συναπτά χρόνια ύφεσης και αδιεξόδων (ίσως δεν είναι τυχαίο το νούμερο επτά), να προσπαθήσουμε με αργά και σταθερά βήματα να κάνουμε τις βαθιές αλλαγές στην νοοτροπία και στους θεσμούς που έχει ανάγκη ο τόπος μας κι εμείς.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου