Η οικογένεια είναι ο
αρχαιότερος θεσμός κοινωνικής συγκρότησης του ανθρώπου και ανάγεται σε βασική
βιολογική, συναισθηματική και κοινωνική του ανάγκη. Ως το βασικό κύτταρο της
κοινωνίας η δομή και η οργάνωση της μεταλλάσσεται αντιστοίχως των ιστορικών, οικονομικών
και πολιτισμικών αλλαγών που υφίστανται οι κοινωνίες. Ωστόσο παρά τις διαφοροποιήσεις
η οικογένεια παραμένει διαχρονικά ο κύριος φορέας της οικονομικής,
εκπαιδευτικής, ψυχολογικής και φυσικά της αναπαραγωγικής λειτουργίας του
ανθρώπου. Υπό αυτή την έννοια η οικογένεια είναι ένας θεσμός συνύπαρξης που παρέχει
ασφάλεια και δημιουργεί τις θεμελιώδεις δυνατότητες στα μέλη της να
αναπτυχθούν. Είναι ένα εργαστήρι ζωής, μάθησης, κοινωνικοποίησης, βιολογικής
και συναισθηματικής επιβίωσης των μελών της και ένα ζωντανό κύτταρο που αλλάζει
και μεταλλάσσεται, ακολουθώντας και επηρεάζοντας ταυτόχρονα τις κοινωνικές
αλλαγές.
Η ελληνική
οικογένεια έζησε αυτές τις αλλαγές στο πολύ πρόσφατο παρελθόν της, όταν από την
πατριαρχική οικογένεια που δέσποζε ως τα τέλη της δεκαετίας του 70’, τουλάχιστον,
περάσαμε σιγά σιγά στο μοντέλο της πυρηνικής οικογένειας, η οποία κυριαρχεί ως
τις μέρες μας. Από την πατριαρχική οικογένεια της παράδοσης, όπου συμβιώνανε
όλα τα μέλη της ευρύτερης οικογένειας και η συγγένεια αποτελούσε το βασικότερο
άξονα συνύπαρξης, περάσαμε, δηλαδή, στην πυρηνική οικογένεια του διαμερίσματος,
του διαμερισμού δηλαδή της ευρύτερης οικογένειας σε μικρότερους πυρηνικούς
σχηματισμούς.
Σήμερα στο κατώφλι
του 21ου αιώνα βιώνουμε μία πρωτοφανή κατάσταση αβεβαιότητας που αυξάνει την
αγωνία για τη μορφή και τη λειτουργία της οικογένειας. Ενώ συγχρόνως εντείνετε
η αίσθηση της ανασφάλειας εξαιτίας των ραγδαίων κοινωνικοπολιτισμικών αλλαγών
και κυρίως εξαιτίας της αδυναμίας προσαρμογής στις νέες συνθήκες, οι οποίες επιτάσσουν
μεγαλύτερη ευελιξία και ανθεκτικότητα.
Η αδυναμία να
μορφοποιηθεί ένα νέο λειτουργικό σχήμα οικογένειας εν μέσω εξελίξεων σε
επιστημονικό, κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο την έχουν οδηγήσει σε μια κρίση
ταυτότητας, αλλά ταυτόχρονα της δίνουν τη δυνατότητα αναζήτησης ενός νέου,
περισσότερο λειτουργικού πλαισίου αναφοράς. Εξάλλου διαχρονικά ο θεσμός της
οικογένειας επιβιώνει μέσα από τις μεταλλάξεις του.
Σήμερα λοιπόν μέσα
από την αναζήτηση και την αμφισβήτηση η οικογένεια προσπαθεί να αναπτυχθεί έξω
από τα συμβατικά σχήματα, τα οποία έρχονται ως αποτέλεσμα της αύξησης των διαζυγίων,
των εκτεταμένων νοικοκυριών τα οποία συντίθενται από χωρισμένα ζευγάρια που
ξαναπαντρεύονται, την αύξηση των ελεύθερων συμβιώσεων και των γεννήσεων εκτός
γάμου, την αύξηση των μικτών – διαπολιτισμικών γάμων, την θεσμική κατοχύρωση
των ομοφυλόφιλων ζευγαριών, κ.α.
Οι περισσότερες
αλλαγές, όμως, τα τελευταία χρόνια, στη μορφή και τη λειτουργία της ελληνικής
οικογένειας είναι αποτέλεσμα μιας άμβλυνσης των ορίων αποδοχής του
διαφορετικού. Παρ’ όλους τους προβληματισμούς τα περισσότερα νοικοκυριά έχουν ανοίξει τα
όρια τους και χωρούν μέσα περιπτώσεις που μέχρι και μερικά χρόνια πριν τις
καταδικάζανε. Όλο και περισσότεροι παππούδες ανοίγουνε πλέον τις αγκαλιές τους
στα εκτός γάμου εγγόνια, είναι πιο δεκτικοί στους γάμους των παιδιών τους με
ανθρώπους άλλης εθνικότητας και κουλτούρας και λιγότερο επίμονοι στην
«αποκατάσταση» των παιδιών τους μέσω ενός γάμου, κ.ο.κ. Φαίνεται πως έχει αρχίσει να γίνεται πιο
κατανοητό ότι η ευτυχία των παιδιών τους δεν περνά μέσα από τα γνώριμα και
σταθερά σχήματα που εκείνοι γνωρίζανε, αλλά από ότι αποφασίσουν εκείνα πως θα
τους κάνουν ευτυχισμένους.
Οι παραπάνω διαφοροποιήσεις
μάς δείχνουν πως οι νέες συνθήκες απαιτούν και νέες προσαρμογές. Το ποτάμι δεν
γυρίζει πίσω. Η πολυπλοκότητα που επιφέρει η νέα πραγματικότητα χρειάζεται
μεγαλύτερη ευελιξία και προσαρμοστικότητα δεδομένου πως πλέον τα σχήματα δεν
είναι τόσο σταθερά όσο στο παρελθόν. Οι σημερινοί νέοι απορρίπτουν τα παλιά
μοντέλα συνύπαρξης και προσπαθούν να μορφοποιήσουν νέα μοτίβα σχέσεων. Φαίνεται
πως η πυρηνική οικογένεια δεν μπορεί πλέον να τους δώσει επαρκείς λύσεις και η
αναγκαιότητα για περισσότερο εκτεταμένα σχήματα είναι μια πραγματικότητα. Οι
ανασυσταμένες οικογένειες για παράδειγμα, οι οποίες προκύπτουν από διαζύγια
είναι προ των πυλών και αυξάνονται με γεωμετρική ταχύτητα, όπως αυξάνονται και
οι περιπτώσεις συμβίωσης με την πατρική οικογένεια, αλλά και η εμφάνιση όλο και
περισσότερο εκτεταμένων σχημάτων συνύπαρξης, όπως συγκατοίκηση ζευγαριών και
οικογενειών. Έχει ανάγκη η τωρινή γενιά
ένα μεγαλύτερο σχήμα συμβίωσης, αλλά δεν επιθυμεί να επιστρέψει στο παλιό
σύστημα της συγγένειας και ως εκ τούτου δημιουργεί νέους δεσμούς στηριζόμενους στην «επιλογή». Η
συγγένεια, δηλαδή η κοινή βιολογική ρίζα, αναπληρώνεται από τη συναισθηματική
εγγύτητα των σχέσεων, δημιουργώντας νέους δεσμούς, οι οποίοι, βέβαια, δεν
χαρακτηρίζονται από τη μονιμότητα και τη διάρκεια της γενεαλογίας.
Σε αυτή την εξέλιξη
προσωπικά διαβλέπω και ένα κίνδυνο η οικογένεια να παύσει να είναι ο οίκος του
γένους και η αλυσίδα της γενεαλογικής συνέχειας του ανθρώπου και να γίνει ένα
συνονθύλευμα ανθρώπων που το σχήμα τους θα ορίζετε κάθε φορά από τις
συναισθηματικές τους ανάγκες. Η δική μου
αλήθεια είναι πως η γενεαλογία δίνει ένα σταθερό αντιληπτικό πλαίσιο κατανόησης
του εαυτού και του κόσμου. Είναι ένα σταθερό σχήμα να ανήκει κάποιος, εφόσον αυτό
μεταφέρει την κουλτούρα και δίνει την αίσθηση της ταυτότητας και της συνέχειας.
Πιστεύω όμως πως παρότι
βρισκόμαστε μπροστά σε όλες αυτές τις αναθεωρήσεις των οικογενειακών σχηματισμών,
ο θεσμός της οικογένειας μοιάζει να είναι ανθεκτικός και να προσπαθεί απλά να
συνθέσει νέα νοήματα και νέες θεμελιώδεις αξίες για την ανθρώπινη συνύπαρξη. Στα
πλαίσια αυτών των αναθεωρήσεων αλλάζει η πεποίθηση πως οι λειτουργικές σχέσεις
απορρέουν από τη σταθερότητα των σχημάτων και στη θέση της τοποθετείται η
αίσθηση πως μόνο η ουσιαστική επικοινωνία και η ευελιξία μπορούν να κρατήσουν
ζωντανό τον οικογενειακό οργανισμό. Το ζητούμενο επομένως στις μέρες μας δεν είναι
το σχήμα της οικογένειας, αλλά, αφού αυτή διαφυλάξει ότι παραμένει λειτουργικό,
να θωρακίσει τα μέλη της με την αλήθεια των σχέσεων κι όχι με αυτή των
κοινωνικών συμβάσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου