Οι ψυχικές διεργασίες ως εποικοδόμημα[1] των κοινωνικών συνθηκών
Πολλές φορές οι άνθρωποι
αναρωτιούνται για τις συμπεριφορές τους ή βάζουν στο μικροσκόπιο τις
συμπεριφορές των άλλων σε μια προσπάθεια τους να τις κατανοήσουν. Είναι πολύ
βαθιά η ανάγκη να κατανοεί ο άνθρωπος τις συμπεριφορές, τις δικές τους και των
άλλων. Να τις εντάσσει κάπου, να τις δίνει ένα σχήμα, μια μορφή και να
αναπτύσσει ένα ερμηνευτικό πλαίσιο. Πολλές φορές όμως μοιάζει αδύναμος να
κατανοήσει τα γιατί πίσω από ορισμένες συμπεριφορές. Φαίνεται πως αυτές
έρχονται από πολύ βαθιά ως αυτοματοποιημένες αντιλήψεις, οι οποίες καθορίζουν
την τελική πράξη. Ενεργούμε επομένως με γνώμονα κάποια στερεοτυπικά μοτίβα,
δίχως τη συνειδητή γνώση εάν αυτά αποτελούν δική μας επιθυμία και επιλογή.
Για παράδειγμα υπάρχουν γυναίκες οι
οποίες παντρεύονται επειδή έμειναν έγκυοι, ή αντίστοιχα οι σύντροφοί τους
δεσμεύονται σε μια σχέση όχι επειδή είναι ερωτευμένοι αλλά από μια περίεργη
αίσθηση καθήκοντος, η οποία παραπέμπει σε άλλες εποχές. Εν τω μεταξύ η γυναίκα
βολεύεται σε αυτή τη συνθήκη, μα αρκετές φορές, ελλείψει ενός ουσιαστικού
συντροφικού δεσμού, εγκιβωτίζει (ή αιχμαλωτίζει) το παιδί στην ύπαρξή της.
Ταυτόχρονα ο άντρας εγκυμονεί ένα μίσος και μια κακία για το παιδί που κυοφορεί
η σύζυγός του γιατί το θεωρεί ως την αιτία που αποδέχθηκε κι εν τέλει εγκλωβίστηκε
σε ένα γάμο που δεν ήθελε. Το παιδί γίνεται ανεπιθύμητο και ταυτίζεται με τα
δεσμά του γάμου, όχι τα ιερά, αλλά αυτά που δένουν δυο ανθρώπους χειροπόδαρα σε
ένα γαϊτανάκι δεσμεύσεων που τους στερεί την προσωπική τους ελευθερία. Ο
πατέρας γίνεται έτσι απρόσωπος, αδυνατεί να χτίσει υγιή σχέση με το παιδί, το
οποίο συνήθως απαξιώνει τόσο όσο απαξιωτικός είναι και με τη σύζυγό του. Η
απόμακρη συντροφική σχέση μετατρέπεται σε κακοποιητική σχέση με το παιδί. Το χειρότερο
είναι πως το παιδί σε ένα τέτοιο γάμο αντιλαμβάνεται ως φυσιολογική στάση όλες
τις παραπάνω συμπεριφορές και τις εντάσσει στο σύστημα αποδοχής. Νιώθει δηλαδή
πως ανήκει όσο γίνεται αποδέκτης τόσο της κτητικότητας της μαμάς, όσο και της
αποστασιοποίησης του μπαμπά. Μεγαλώνει επομένως στο χάσμα μιας δυσλειτουργικής
σχέσης, είτε ως εκκρεμές που καλύπτει τα κενά της, είτε ως θύμα σύμμαχος του
ενός γονιού, μαθαίνοντας να συνάπτει τριγωνοποιημένες σχέσεις, είτε υιοθετώντας
μια παθητική συμπεριφορά, αγγίζοντας τα όρια της θλίψης και της μιζέριας. Ένα
παιδί, δηλαδή, που μεγαλώνει ως θύμα ενός κακού γάμου και ως εκ τούτου ένα
παιδί που έχει όλες τις προδιαγραφές να γίνει ένας θύτης ως ενήλικας.
Υπάρχουν γυναίκες που ενώ είναι πολύ
δυναμικές παντρεύονται έναν αδύναμο και χειραγωγίσιμο άντρα, όχι γιατί τους
ερωτεύονται αλλά γιατί η οικονομική τους κατάσταση μπορεί να τους εξασφαλίσει
μια άνετη ζωή. Βαθιά μέσα τους όμως υποτιμούν και περιφρονούν έναν τέτοιο άντρα
και φυσικά απέχουν πολύ από το να ζουν με έναν άνθρωπο που θαυμάζουν και
χαίρονται με τα επιτεύγματά τους. Ως αντίτιμο της δικής τους φυλάκισης σε ένα
τέτοιο γάμο παίρνουν το πάνω χέρι στις συναισθηματικές υποθέσεις, ενίοτε με
αυταρχικό κι άλλοτε με διπλωματικό τρόπο. Και φυσικά εκτός της συναισθηματικής
ευθύνης των παιδιών, οικειοποιούνται και τα ίδια. Τα παιδιά μεγαλώνουν με ένα
εξουσιαστικό μητρικό κι ένα ασθενικό πατρικό πρότυπο. Και ειδικά ένας γιος
μεγαλώνει με πρότυπο έναν πατέρα άβουλο κι αδύναμο χαρακτήρα. Αυτός ο γιος θα
αναζητά σε όλη του τη ζωή ένα ισχυρό πρότυπο πατέρα κι ως εκ τούτου πάντα θα
έχει μια ελλειμματική προσωπικότητα, θα είναι ένα οιωνεί θύμα και περίπου θα
ακολουθήσει το μοτίβο ζωής του πατέρα του.
Υπάρχουν άντρες που είναι
ευνουχισμένοι από τις μητέρες τους και με κομμένα τα φτερά τους αναζητούν την
μητρική εκείνη φιγούρα που θα τους αγκαλιάσει και θα τους στέργει σε κάθε τους
παράπονο. Κι όταν τις βρίσκουν διαισθάνονται πως σκοντάψανε σε ένα αντίστοιχο
μοτίβο γυναίκας με αυτό της μητέρας τους. Τότε είναι που θυμώνουν και
μετατρέπονται σε θύτες, στα κακά και άτακτα παιδιά που υπήρξαν και με τη μάνα
τους. Ίσως γίνουν και κακοποιητικοί με τη σύντροφό τους, διότι ο θυμός εύκολα
μεταβάλλεται σε οργή και δυστυχώς από πίσω έχουν στημένο -ως πρότυπο
συμπεριφοράς- όλο το πατριαρχικό σκηνικό που τους επιτρέπει ακόμη και την βία.
Και σε αυτές τις περιπτώσεις η σύντροφος που έχει μάθει στο όνομα μιας
αρρωστημένης αγάπης να υπομένει απλά αντέχει και θυσιάζεται στο βωμό των
άλλων.
Σαφώς με ψυχολογικούς όρους μπορούμε
να ερμηνεύσουμε τις συμπεριφορές των ανθρώπων και να τις εντάξουμε σε ένα
εννοιολογικό πλαίσιο. Όμως νομίζω πως η ψυχολογική βάση των γεγονότων απορρέει
από τις κοινωνικές τους αιτιάσεις. Εξάλλου η ψυχολογία αποτελεί το εποικοδόμημα
και τη βάση κάθε συμπεριφοράς τη διαμορφώνουν οι κοινωνικές συνθήκες, οι νόμοι,
τα μοτίβα, οι αντιλήψεις, οι προκαταλήψεις, η κουλτούρα εν γένει, μέσα στην
οποία δρουν οι άνθρωποι και διαμορφώνουν τον χαρακτήρα τους.
Οι κοινωνικές συνθήκες ορίζουν τα
όρια μέσα στα οποία θα αναπτυχθεί η προσωπικότητα. Μέσα στο κοινωνικό χαρμάνι
θα σμιλευτεί το αμάλγαμα του καθενός. Κι όσο πιο στεγανό είναι το κοινωνικό
πλαίσιο τόσο περισσότερο δύναται να επηρεάζει μονοδιάστατα την καλλιέργεια των
προσωπικοτήτων. Όταν παραδείγματος χάρη ακόμα και σήμερα υπάρχουν φωνές που ταυτίζουν
την έκτρωση με εγκληματική πράξη ή στραβοκοιτούν μια ανύπαντρη μητέρα, τότε θα
υπάρχουν γάμοι αταίριαστοι στους οποίους θα γεννούνται παιδιά με την
ψυχοσύνθεση των παιδιών της πρώτης ιστορίας. Όταν ακόμη το χρήμα εξουσιάζει τον
κόσμο και καθίσταται ως η υπέρτατη αξία που πρέπει να αποκτηθεί με κάθε μέσο,
τότε θα εξακολουθούν να γίνονται γάμοι συμφέροντος και οι οικογένειες θα
αποτελούν οικονομικές μονάδες, μέσα στις οποίες θα ανατρέφονται παιδιά σαν αυτό
της δεύτερης ιστορίας.
Όσο ακόμη η πατριαρχία ενυπάρχει στην
κουλτούρα των ανθρώπων και διαμορφώνει τους κοινωνικούς ρόλους, τότε θα
υφίσταται το μοντέλο της κακοποιητικής σχέσης, όπου ο άντρας σχετίζεται
εργαλειακά με την σύντροφό του, η οποία αντιστοίχως έχει μάθει να αντέχει και
να υπομένει τις δύσκολες και επώδυνες καταστάσεις, για διάφορους λόγους που δεν
σχετίζονται μόνο με την ενδοψυχική της υπόσταση, αλλά και με τους κοινωνικούς
περιορισμούς που υφίσταται η γυναίκα στα πατριαρχικά περιβάλλοντα.
Δεν μπορούμε επομένως να εξηγούμε όσα
συμβαίνουν μόνο με ψυχολογικούς όρους, επειδή οι άνθρωποι είμαστε κοινωνικά
όντα και οι συμπεριφορές μας κινούνται μέσα στο εκάστοτε κοινωνικό περίγραμμα.
Βεβαίως κι έχουμε τη δυνατότητα των επιλογών μας, ενίοτε όμως αυτές κινούνται
στα όρια του πλαισίου αναφοράς. Υπάρχουν πάντα και οι υπερβάσεις των κοινωνικών
ορίων, άλλοτε δημιουργικά κι άλλοτε καταστροφικά, εκείνες οι υπερβάσεις που
συναντούμε σε πολλούς υπέροχους ανθρώπους που έδωσαν ακόμη και τη ζωή τους για
υψηλότερα ιδανικά, σε αυτούς που τους περιχαράκωνε η κοινωνία, αλλά και σε
πολλούς άλλους που οι υπερβάσεις και οι επιλογές λειτουργούν αυτοκαταστροφικά
κι εν τέλει υπέρ της αναπαραγωγής της υφιστάμενης τάξης πραγμάτων.
Επομένως πίσω από κάθε θύτη, από κάθε
θύμα και πίσω από κάθε φόβο και κάθε υπέρβαση βρίσκονται συγκεκριμένες δομές
εξουσίας και μηχανισμοί αναπαραγωγής του κοινωνικού γίγνεσθαι, πίσω από κάθε
προσωπική ιστορία βρίσκεται η συλλογική κουλτούρα της κοινωνίας αναφοράς.
Υπάρχει μια σειρά στην οποία μπορεί
να δει κανείς πόσο το πλαίσιο ορίζει τις ζωές των ανθρώπων και καθορίζει σε
μεγάλο βαθμό πως θα αναπτυχθούν οι ιδιαιτερότητές τους. Αναφέρομαι στην σειρά
«η ακτή της κοκαΐνης», η οποία ακολουθεί την ζωή ενός νεαρού ψαρά, ο οποίος
στις αρχές της δεκαετίας του 1980 βρίσκεται στην δίνη των αλλαγών που φέρνει το
παράνομο εμπόριο και η διακομιδή των ναρκωτικών. Στις ακτές της ισπανικής
Γαλικίας ένας ατρόμητος ψαράς με εξαιρετικές ικανότητες στην οδήγηση των
ψαράδικων ταχύπλοων και καϊκιών και με σπινθηροβόλο βλέμμα, μπαίνει αρχικά στην
μεταφορά παράνομου καπνού και σταδιακά μετατρέπεται ως ο Βαρόνος των ναρκωτικών
της Γαλικίας. Η σειρά περιγράφει εύγλωττα πως ένας συνηθισμένος νέος
μετατρέπεται σε κάτι που δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί εξαιτίας της απόφασης των
διακινητών και εμπόρων κοκαΐνης να επιλέξουν στις ακτογραμμές της Γαλικίας για
την είσοδο και διακίνηση της κοκαΐνης στην Ισπανία και την Ευρώπη. Η ζωή του
αλλάζει ριζικά επειδή αλλάξαν ριζικά οι συνθήκες γύρω του. Υπάρχει πάντα η
δυνατότητα της προσωπικής επιλογής, όμως δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει την
επιρροή των εξωτερικών γεγονότων στην διαμόρφωση της ζωής του καθενός. Φανταστείτε
αντίστοιχα κάνοντας ένα ταξίδι στο χρόνο και φτιάξτε ένα σκηνικό στο οποίο όλα
τα πρόσωπα της νεότητάς σας βρίσκονται αίφνης εκτεθειμένα σε κάτι αντίστοιχο με
τον πρωταγωνιστή της σειράς. Ζείτε σε έναν τόπο όπου δεν συμβαίνει κάτι μεγάλο
και ξαφνικά αυτός γίνεται τόπος διακίνησης και εμπορίου ναρκωτικών ουσιών.
Πόσοι από τους ανθρώπους του περιβάλλοντός σας θα είχαν μια διαφορετική πορεία
στη ζωή εξαιτίας αυτής της ανατροπής; Και πόσο αυτή η διαφορετική πορεία θα
μετασχημάτιζε ριζικά την προσωπικότητά τους.
Τα γεγονότα της σειράς
διαδραματίζονται με φόντο τη νέα κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα που
διαμορφώνεται με την ένταξη της Ισπανίας στην ευρωπαϊκή οικονομική ένωση. Οι
ψαράδες είναι σε απόγνωση και ουσιαστικά το επάγγελμά τους σβήνει μπροστά στους
νέους κανονισμούς αλιείας της ευρωπαϊκής ένωσης. Είμαστε στην φάση που η
κεντρική διοίκηση της ΕΟΚ καθορίζει τις πολιτικές ανάπτυξης και την παραγωγική
ροή των κρατών-μελών της, δηλαδή στην φάση όπου έχει εκχωρηθεί επί της ουσίας η
διακυβέρνηση της κάθε χώρας στο ευρωπαϊκό ιερατείο, ή κατά άλλους στην κυριαρχία
της Γερμανίας. Στον παραγωγικό καταμερισμό που αποφασίζει η κεντρική ευρωπαϊκή
διοίκηση οι τοπικές οικονομίες αποδιοργανώνονται με βίαιο τρόπο και αυτό
εγείρει ποικίλες κοινωνικές και ψυχολογικές συνέπειες στους πολίτες αυτών των
περιοχών, όπως συνέβη και στην Ισπανική Γαλικία. Η οικονομική γεωγραφία του
τόπου αλλάζει δραματικά και οι άνθρωποι προσπαθούν να επιβιώσουν και να
ελιχθούν στις νέες συνθήκες. Σε αυτή τη βίαιη μετάβαση οι άνθρωποι συνθλίβονται
ψυχικά και παράλληλα επιχειρούν να δράσουν ώστε να αποφύγουν τις δραματικές
συνέπειες της κοινωνικής αλλαγής. Σε αυτό το σταυροδρόμι κι όταν οι ακτογραμμές
του τόπου επιλέγονται από τα καρτέλ των ναρκωτικών ως πόρτες εισόδου, αρκετοί
αρπάζουν αυτά τα νέα δεδομένα ως τη μοναδική ευκαιρία να δημιουργήσουν κάτι
μεγάλο. Μάλιστα ιδεολογικοποιούν τη νέα τους παράνομη δραστηριότητα λέγοντας
πως έχουν καθαρή τη συνείδησή τους δεδομένου πως δεν κάνουν κάτι κακό, «εμείς
μόνο τα μεταφέρουμε» υποστηρίζουν για να ξεπλύνουν τη συνείδησή τους.
Μπορεί κανείς να ερμηνεύσει σαφώς με
ψυχολογικούς όρους την επιλογή του κάθε ανθρώπου και να διακρίνει τα ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά που τη διαμορφώνουν, ωστόσο είναι αναγκαίο να θέτουμε αυτούς
τους όρους υπό την κυριαρχία του κοινωνικού.
Σε κάθε περίπτωση λοιπόν που έρχεται στην επικαιρότητα και αναδύεται η ιστορία ενός θύτη κι ενός θύματος (συναισθηματικά ή σωματικά) ή ανθρώπων που τους χαρακτηρίζει ένα σύμπλεγμα ψυχοσωματικών αντιδράσεων μπορούμε να μιλάμε επισταμένως για τις ενδοψυχικές τους εκφάνσεις, ωστόσο είναι σημαντικό να προσεγγίσουμε το ζήτημα των κοινωνικών αιτιάσεων, όπως για παράδειγμα των δομών εξουσίας και της βίας που ενυπάρχει στους κόλπους των εκάστοτε κοινωνικών συστημάτων, το βαθμό κατανόησης και διαφοροποίησης από τα κοινωνικά και οικογενειακά μοτίβα συμπεριφορών κ.ο.κ. Οι διάφοροι ρόλοι (θύμα, θύτης και σωτήρας), καθώς και οι ψυχοσωματικές εκφάνσεις του κοινωνικού διαμορφώνονται μέσα σε ένα συγκεκριμένο κάθε φορά δίκτυο εξουσιών, αντιλήψεων και αξιών. Γιατί όπως λέει ο Hermann Hesse ( 1877-1962) «Κάθε άνθρωπος δεν είναι απλά ο εαυτός του. Είναι το μοναδικό, συγκεκριμένο, πάντα σημαντικό και αξιόλογο σημείο όπου διασταυρώνονται τα φαινόμενα του κόσμου, με τρόπο ξέχωρο, μοναδικό. Για τούτο, κάθε ιστορία ανθρώπινη είναι σημαντική, αιώνια και ιερή. Για τούτο, κάθε άνθρωπος, ενόσω ζει και εκπληρώνει τη θέληση της φύσης, είναι μια ύπαρξη υπέροχη που της πρέπει υπέρτατη προσοχή».
[1] Κυριολεκτικά
σημαίνει οποιαδήποτε δομή είναι
στηριγμένη πάνω σε
μια άλλη, ενώ μεταφορικά αναφέρεται στους θεσμούς, τις αντιλήψεις και τις ιδέες
μιας κοινωνίας, τα οποία στηρίζονται στην οικονομική δομή της κοινωνίας,
σύμφωνα με την μαρξιστική θεωρία. Κατ’ επέκταση οι άνθρωποι ως υποκείμενα αποτελούν τα
ενεργά «συστατικά στοιχεία» των υλικών κοινωνικών σχέσεων. Δεν επιδίδονται
απλώς στην υλοποίηση των δυνατοτήτων αλλαγής των υλικών κοινωνικών σχέσεων, οι
οποίες υπάρχουν ανεξάρτητα από αυτούς, αλλά η ίδια η δραστηριότητα τους, η ίδια
η αυτοπραγμάτωση τους αποτελεί ταυτόχρονα μια διαδικασία αλλαγής των υλικών
κοινωνικών σχέσεων. Αποτελεί δηλαδή η δραστηριότητα τους μια χρησιμοποίηση των
διαθέσιμων αντικειμενικών δυνατοτήτων αλλαγής, η οποία δημιουργεί συνάμα
δυνατότητες αλλαγής των υλικών κοινωνικών σχέσεων. Κατ’ αυτό τον τρόπο,
εποικοδόμημα είναι η δραστηριότητα των ανθρώπων η οποία κατευθύνεται από την
κοινωνική συνείδηση και συμπεριλαμβάνει (εκτός της κοινωνικής συνείδησης και)
τη συνένωση, την οργάνωση των ανθρώπων ως υποκειμένων, καθώς και τα υλικά μέσα
πραγματοποίησης αυτής της δραστηριότητας (πολιτική – νομική θεσμικότητα, μέσα
παρεμβατισμού, καταστολής κ.λπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου